Ο Αιγαιοτσιροβάκος (Curruca rueppelli, παλαιότερα Sylvia rueppelli) είναι ένα από τα δέκα είδη τσιροβάκων (του γένους Sylvia) που εμφανίζονται στην Ελλάδα. Οι τσιροβάκοι είναι σχετικά μικρόσωμα είδη πουλιών της τάξης των Στρουθιομόρφων που διαβιούν μέσα σε θάμνους και χαμηλά δέντρα σε θαμνότοπους και δασωμένες περιοχές.
Ο Αιγαιοτσιροβάκος είναι μεταναστευτικό είδος που αναπαράγεται σχεδόν αποκλειστικά στην Τουρκία και την Ελλάδα και φτάνει ως μία μικρή περιοχή της βορειοδυτικής Συρίας. Το φθινόπωρο μεταναστεύει στην βορειοανατολική Αφρική (πρωτίστως στο Σουδάν και το Τσαντ, και σε μικρότερο βαθμό στα παράλια της Αιγύπτου και της Λιβύης), όπου περνάει το χειμώνα λόγω των θερμότερων συνθηκών και της μεγαλύτερης αφθονίας τροφής που βρίσκει εκεί.
Καταφτάνει από τις περιοχές διαχείμασης στην Ελλάδα το Μάρτη, έχοντας διανύσει λίγες χιλιάδες χιλιόμετρα πάνω από τη Σαχάρα και τη Μεσόγειο. Περνάει την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού (αναπαραγωγική περίοδος) σε μεσογειακούς θαμνώνες ή ανοιχτά δάση με πουρνάρια, ασπάλαθους, άρκευθους κ.ά., σε ξηρές, πετρώδεις πλαγιές. Απαντάται σε περιοχές χαμηλού και μεσαίου υψομέτρου κυρίως της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας (ιδιαίτερα κοντά στα παράλια) και σε νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη.
Στην αρχή της άνοιξης τα αρσενικά -με το χαρακτηριστικό λευκό μουστάκι τους- κάνουν αισθητή την παρουσία τους τραγουδώντας σε κορυφές θάμνων και κάνοντας γαμήλιες πτήσεις εντυπωσιασμού για να εγκαθιδρύσουν την επικράτειά τους και να προσελκύσουν τα θηλυκά, τα οποία καταφτάνουν από την Αφρική λίγες μέρες αργότερα. Κατασκευάζουν τις φωλιές σε κυπελλοειδές σχήμα από φύλλα, βλαστούς και άλλο λεπτότερο φυτικό υλικό στο εσωτερικό, πάνω σε πυκνούς αγκαθωτούς θάμνους σε ύψος περίπου μισό μέτρο από το έδαφος. Αναζητούν την τροφή τους -κυρίως έντομα- μέσα σε θάμνους και χαμηλά δέντρα, που τους παρέχουν και κρυψώνες από πιθανούς θηρευτές.
Το είδος προστατεύεται από την ευρωπαϊκή και την εθνική νομοθεσία, καθώς περιλαμβάνεται στο Παράρτημα I της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/147/ΕΚ για τη διατήρηση των άγριων πτηνών. Παρότι τα ενδιαιτήματά του είναι κοινά στην Ελλάδα, η κατανομή του είναι σχετικά ασυνεχής και συχνά έχει τοπική μόνο παρουσία. Οι πληθυσμοί του μειώνονται διαχρονικά και τα ενδιαιτήματά του απειλούνται από τις πυρκαγιές, την επέκταση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και των υποδομών, την εγκατάλειψη των παραδοσιακών γεωργικών πρακτικών, την αλλαγή των χρήσεων γης και τη μετατροπή φυσικών εκτάσεων σε τεχνητές επιφάνειες.
Κείμενο: Όλγα Τζωρτζακάκη, Δρ. Βιολόγος, Μονάδα Διαχείρισης Κορινθιακού Κόλπου