Χρυσογέρακο

Φωτό: Σάκης Τσιλιανίδης
Φωτό: Σάκης Τσιλιανίδης

Το Χρυσογέρακο Falco biarmicus  είναι ένα από τα πιο απειλούμενα αρπακτικά πτηνά που απαντώνται στην Ελλάδα. Ο ελληνικός πληθυσμός, που ανήκει στο υποείδος Falco biarmicus feldeggii, είναι σχετικά μικρός  και αριθμεί 40-60 ζευγάρια. Στον Κόκκινο Κατάλογο των Απειλούμενων Ειδών της Ελλάδας που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, το είδος έχει αξιολογηθεί ως Κινδυνεύον είδος (Εndangered-ΕΝ).

 

Το Χρυσογέρακο, όπως όλα τα γεράκια, έχει μακριές μυτερές φτερούγες και μακριά ουρά. Το συνολικό του μήκος είναι 39-48 εκατοστά, ενώ το άνοιγμα των φτερών κυμαίνεται από  88 έως 113 εκατοστά. Όπως συμβαίνει σε πολλά αρπακτικά πουλιά, το θηλυκό είναι μεγαλύτερο από το αρσενικό.

 

Μοιάζει αρκετά με έναν ανοιχτόχρωμο Πετρίτη -με τον οποίο ανταγωνίζονται για τις θέσεις φωλεοποίησης-, αλλά διακρίνεται από το ανοιχτόχρωμο μπεζ-κιτρινωπό στέμμα και το πιο στενό μαύρο μουστάκι (μία μαύρη ή σκούρου χρώματος γραμμή που φέρει από τα μάτια έως το κάτω μέρος του κεφαλιού). Στο χαρακτηριστικό αυτό μουστάκι πιθανόν να οφείλεται και η επιστημονική ονομασία του είδους, biarmicus, που σημαίνει γενειοφόρος. Η ονομασία του γένους «Falco», προέρχεται από τη λατινική λέξη «falx», που σημαίνει δρεπάνι και πιθανότατα αποδόθηκε για να περιγράψει το δρεπανοειδές σχήμα των φτερούγων των γερακιών. Η ελληνική ονομασία Χρυσογέρακο αναφέρεται στο ανοιχτόχρωμο, σχεδόν χρυσαφί «στέμμα» του.

 

Πετάει γρήγορα με δυνατά και κοφτά φτεροκοπήματα, επιδεικνύοντας ιδιαίτερα μεγάλη ευκινησία κατά την πτήση του, γεγονός που το καθιστά πολύ αποτελεσματικό θηρευτή. Τρέφεται κυρίως με μικρά πτηνά, αλλά την δίαιτα του συμπληρώνουν ερπετά, νυχτερίδες, τρωκτικά αλλά και έντομα.

 

Ο τρόπος κυνηγιού και σύλληψης των θηραμάτων είναι εντυπωσιακός και απαιτεί εξαιρετική συνεργασία ανάμεσα στο αρσενικό και στο θηλυκό: το θηλυκό, πετάει πολύ χαμηλότερα από το αρσενικό και κοντά στο έδαφος, ή και πάνω από τα δέντρα με μεγάλη ταχύτητα, τρομάζοντας και προκαλώντας σύγχυση στα άλλα πουλιά. Εκείνα, προσπαθώντας πανικόβλητα να διαφύγουν, πετούν προς τα πάνω και πιάνονται από το αρσενικό, που πετάει ψηλότερα και εφορμά κάθετα προς αυτά.

 

Αν και το είδος δεν είναι εκτενώς μελετημένο στη χώρα μας, οι βασικές απειλές του αντιμετωπίζει περιλαμβάνουν την απώλεια ενδιαιτήματος λόγω της αλλαγής των χρήσεων γης και την παράνομη συλλογή νεοσσών στην φωλιά. Για τον λόγο αυτό, η τοποθεσία κάθε φωλιάς θα πρέπει να μένει κρυφή.

 

Το είδος έχει ευρεία, αλλά κατακερματισμένη και αραιή κατανομή. Απαντάται σε σχεδόν όλη την ηπειρωτική χώρα και σε κάποια από τα νησιά (π.χ. Λέσβο και Κω). Φτιάχνει τη φωλιά του σε βράχια και γεννάει 3-4 αυγά τα οποία επωάζει για 32 ημέρες. Προτιμά κυρίως ανοιχτές περιοχές, με χαμηλή βλάστηση, άγονες ημιορεινές, αλλά και πεδινές περιοχές.

 

Κείμενο: Θέμις Νασοπούλου, MSc Ξεναγός Εθνικών Δρυμών & Υγροτόπων, Γραφείο Τύπου ΟΦΥΠΕΚΑ – Μονάδα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Κεντρικής Μακεδονίας

 

Πηγές :