Άσπρα φορείς κι άσπρα κρατείς κι άσπρη είν’ η φορεσιά σου
κι άσπρα λουλούδια πέφτουνε απ’ την περπατησιά σου
Χόρεψε νυφοπούλα, τραγούδι να σε πω
να σε παινέσω θέλω, κορμί μου αγγελικό
Άλλα λες κι άλλα με κάνεις
βάλθηκες να με τρελάνεις
Τέτοια νύφη δεν είδα εγώ ούτε μηλιά στην Πόλη
ούτε νεραντζολεμονιά στης Χιος το περιβόλι
Ποιος ουρανός, ποια θάλασσα, ποιος ήλιος, ποιο φεγγάρι
εστόλισαν τη νύφη μας κι έχει περίσσια χάρη
Νύφη, στα χιόνια ντύθηκες και πήρες την ασπράδα
κι από τα τριαντάφυλλα τη ροδοκοκκινάδα
Αν θέλεις έβγα ήλιε, για κρύψου μια χρονιά
’μείς κάναμε μια νύφη κι έλαμψε το ντουνιά
Κίνησε πάπια του γιαλού και πέρδικα του κάμπου
κι από τις εμορφάδες σου όλες οι στράτες λάμπουν
Άσπρο σταφύλι ροζακί και κόκκινο κεράσι
τ’ αντρόγυνο που έγινε να ζήσει να γεράσει
Η Χίος ήταν πασίγνωστη για τα εσπεριδοειδή της στη Δυτική Μικρασία
για: ή (διαζευκτικό)