Τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια
τώρα οι πέρδικες συχνολαλούν και λένε
Ξύπνα αφέντη μου, ξύπνα καλέ μ’ αφέντη
ξύπνα αγκάλιασε κορμί κυπαρισσένιο
κι άσπρονε λαιμό, βυζάκια σα λεμόνια
σαν το κρυό νερό που ’ρχεται από τα χιόνια
Άσ’ με λυγερή λίγον ύπνο να πάρω
γιατί αφέντης μου στη βάρδια με ’χει απόψε
για να σκοτωθώ ή σκλάβο να με πάρουν
μα ’δωσε ο Θεός κι η Παναγιά η Παρθένα
και ξεσπάθωσα το διμισκί σπαθί μου
χίλιους έκοψα, χίλιους σκλάβους επήρα
κι ένας μου ’φυγε κι εκείνος λαβωμένος
διμισκί: δαμασκηνό
Μοιράσου τους στίχους |
Περιβόλι είχα, η πάπια μ’
νεραντζοσπαρμένο
και στ’ άνθη γεμισμένο
Κι από κάτω απ’ τ’ άνθη, η πάπια μ’
και το νεραντζάκι
πέρδικα καθόταν
και δροσολογιόταν
Κι από τη δροσιά της, η πάπια μ’
πέσανε τα φτερά της
τα χρυσοπούπουλά της
Μοιράσου τους στίχους |
Πάνω σε τρίκορφο βουνό, μάνα και θυγατέρα δυο
μαζεύαν τον αμάραντο και το μελισσοχόρταρο
και κει που τα μαζεύανε, βρίσκουν ’να λαβωμένονε
Μάνα να τονε πάρουμε τον ξένο, να τον γιάνουμε
Εμείς ψωμί δεν έχουμε, τον ξένο τι τον θέλουμε
Μάνα το μερτικούλι μου το δίνω στον ξενούλη μου
Μοιράσου τους στίχους |
Παντρεύουνε τον κάβουρα και του δίνουν τη χελώνα
καλέσαν και τον πόντικα τα συμβόλαια να γράψει
καλέσαν το σκαντζόχοιρο, γιε μ’, τα στέφανα ν’ αλλάξει
καλέσαν και το τζίτζικα για να παίξει το βιολί του
καλέσαν και το γάιδαρο για να πάει να τραγουδήσει
καλέσαν και το μέρμηγκα τα προικιά να κουβαλήσει
καλέσαν και την αλεπού, γιε μ’, τις κότες να μαδήσει
καλέσαν και το βάτραχο το νερό να κουβαλήσει
Μοιράσου τους στίχους |
Όλα τα πουλάκια ζυγά ζυγά
τα χελιδονάκια ζευγαρωτά
το έρημο τ’ αηδόνι το μοναχό
περπατεί στους κάμπους με τον αϊτό
περπατεί και λέει και κελαηδεί
Βρε Μεσολογγίτη πραματευτή
πού τηνε διαλέχτεις αυτήν τη νια
την ξανθομαλλούσα, την Πατρινιά
Απ’ την Πόλη ερχόμουν κι απ’ τα νησιά
κι απ’ τη γειτονιά της επέρασα
τα βασιλικά της επότιζε
και τις μαντζουράνες εδρόσιζε
μου ’κοψε κλωνάρι και μου ’δωσε
μου ’πε κι ένα λόγο που μ’ άρεσε
Στείλε προξενήτρες στη μάνα μου
και προξενητάδες στο μπάρμπα μου
Μοιράσου τους στίχους |
Ο κούκος φέτος δε λαλεί ούτε και θα λαλήσει
παρά η τρυγόνα η χλιβερή το λέει το μοιρολόγι
Φέτο μας ήρθε η αραπιά και κόβει και σκλαβώνει
εσκλάβωσαν μικρά παιδιά, γυναίκες με τους άντρες
και σκότωσε λεβεντουριά και καπεταναραίους
Μοιράσου τους στίχους |
Για δέστε τον αμάραντο σε τι βουνό φυτρώνει
φυτρώνει μες στα δύσβατα, στις πέτρες, στα λιθάρια
ποτέ του δεν ποτίζεται και δεν κορφολογιέται
τον τρών’ τα ελάφια και ψοφούν, τ’ αγρίμια και πεθαίνουν
ας τον ’τρωγε κι η μάνα μου να μη με είχε κάνει
Μοιράσου τους στίχους |
Ξύπνα πουλάκι μ’ το πρωί κι ανέβα στο κλαράκι
και τίναχ’ τη φτερούγα σου να πέσουν οι δροσιές σου
και μη λαλείς παράωρα τώρα το μεσονύχτι
δείχνεις σημάδια των κλεφτών και των καπεταναίων
κινάν και πάνε για κλεψιά
Μοιράσου τους στίχους |
Νεραντζούλα φουντωμένη, πού ’ναι τ’ άνθη σου
πού ’ν’ η πρώτη σ’ εμορφάδα, πού ’ν’ τα κάλλη σου
Φύσηξε βοριάς κι αγέρας και τα τίναξε
Σε παρακαλώ βοριά μου, φύσα ταπεινά
ν’ αρμενίσουν τα καράβια τα σπετσιώτικα
Μοιράσου τους στίχους |
Μπερδεύτηκε μια λεμονιά με μια νεραντζοπούλα
έτσι μπερδεύτηκα κι εγώ με μια γειτονοπούλα
Γειτόνισσα δαιμόνισσα, κακιά γειτονοπούλα
που ήρθα και δε μ’ άνοιξες απ’ την παραπορτούλα
Δεν το ’ξερα λεβέντη μου πως είν’ η αφεντιά σου
να πεταχτώ σαν πέρδικα μέσα στην αγκαλιά σου
να γίνω γης να με πατάς, γεφύρι να περάσεις
να γίνω και χαμομηλιά στον ίσκιο μου να κάτσεις
χαμομηλιά: ποικιλία μηλιάς
Μοιράσου τους στίχους |