Ο δυόσμος κι ο βασιλικός και το μακεδονίσι
πάν’ τα ματάκια μ’ βρύση
αυτά μ’ αποκοιμίσανε και μου ’φυγε η αγάπη
κοντούλα και γιομάτη
παίρνω τα όρη ψάχνοντας και τα βουνά ρωτώντας
το Θιο παρακαλώντας
Μην είδατε την πέρδικα, την πλουμιστή τρυγόνα
την πάπια, την παγώνα
Εψές προψές την είδαμε στον αργαλειό να υφαίνει
την κρένω δε με κρένει
Κρίνε μας περδικούλα μου, κρίνε μας πέρδικά μου
το ντέρτι της καρδιάς μου
μακεδονίσι: ο μαϊντανός