Όλα πουλάκια το λαλούν ‒ να ζεις, μην αγαπάς αλλού
όλοι οι αϊτοί το λένε ‒ κλαίν’ τα δυο μου μάτια, κλαίνε
Σαν το δικό μου τον αϊτό ‒ πράμα που δεν αλησμονώ
άλλος αϊτός δεν είναι ‒ και το νου μου τονε πήρε
Ψηλώνει, χαμηλοπετά ‒ και την καρδιά μου ξεπετά
και χαμηλών’ κι αστράφτει ‒ κι όλες τις καρδιές τις κάφτει
Μ’ ένα χαμηλοπέταμα ‒ θε’ να περάσει πέραμα
ράισε το φτερό του ‒ πόχασε το λογικό του
Τρεις λαλητάδες έβγαλε ‒ τα κάλλη του με τρέλανε
σ’ εξήντα μαχαλάδες ‒ πόχουνε τις νοστιμάδες
Ποιος έχει ασήμι άθολο ‒ περιστεράκι άχολο
και μάλαμα καθάριο ‒ σ’ αγαπώ, το νου μου χάνω
και τρίχα από ξανθής μαλλιά ‒ πρόβαλ’, αγάπη μου γλυκιά
να ράψει το φτερό του ‒ πόχασε το λογικό του
άθολο: άδολο, ανόθευτο, γνήσιο
άχολο: άκακο, ειρηνικό, ήμερο