Με την ενσωμάτωση στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής του Φορέα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Βόρα – Πάικου – Βερμίου, του Φορέα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας και του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών, η Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας λειτουργεί με έδρα τον Άγιο Γερμανό Φλώρινας και παραρτήματα την Έδεσσα και την Καστοριά.
Η Μ.Δ. υπάγεται στην Διεύθυνση Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (Τομέας Α) της Γενικής Διεύθυνσης του Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.
Η χωρική της αρμοδιότητα περιλαμβάνει τους Κωδικούς Προστατευόμενων Περιοχών ως εξής:
GR1210001 | ΟΡΟΣ ΒΕΡΜΙΟ |
GR1210002 | ΣΤΕΝΑ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ |
GR1240001 | ΚΟΡΥΦΕΣ ΟΡΟΥΣ ΒΟΡΑ |
GR1240002 | ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ |
GR1240003 | ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ |
GR1240004 | ΛΙΜΝΗ ΑΓΡΑ |
GR1240005 | ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ – ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ |
GR1240006 | ΛΙΜΝΗ ΚΑΙ ΦΡΑΓΜΑ ΑΓΡΑ |
GR1240007 | ΟΡΗ ΤΑΕΝΑ ΚΑΙ ΠΙΝΟΒΟ |
GR1240008 | ΟΡΟΣ ΒΟΡΑΣ |
GR1240009 | ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ, ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ ΚΑΙ ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ |
GR1320001 | ΛΙΜΝΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ |
GR1320003 | ΛΙΜΝΗ ΟΡΕΣΤΙΑΣ (ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ) |
GR1330001 | ΟΡΟΣ ΒΟΥΡΙΝΟΣ (ΚΟΡΥΦΗ ΑΣΠΡΟΒΟΥΝΙ) |
GR1330002 | ΟΡΗ ΒΟΡΕΙΟΥ ΒΟΥΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΛΙΑ |
GR1340001 | ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΏΝ |
GR1340003 | ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ |
GR1340004 | ΛΙΜΝΕΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ – ΠΕΤΡΩΝ |
GR1340005 | ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ – ΖΑΖΑΡΗ |
GR1340006 | ΟΡΟΣ ΒΕΡΝΟΝ – ΚΟΡΥΦΗ ΒΙΤΣΙ |
GR1340007 | ΛΙΜΝΗ ΠΕΤΡΩΝ |
GR1340008 | ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΖΑΖΑΡΗ |
GR1340009 | ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ |
GR1340010 | ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ |
GR1320001 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ εμβαδόν 4.663,33 ha
GR1320003 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΟΡΕΣΤΙΑΣ (ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ) εμβαδόν 3.764,91 ha
Η λίμνη Ορεστιάδα, βρίσκεται σχεδόν στη μέση της λεκάνης που σχηματίζουν τα βουνά Βόιο, Τρικλάριο, Βέρνο και Βίτσι προς τα βόρεια και οι απολήξεις του Ασκίου προς τα ανατολικά. Η σημερινή λίμνη, που εκτιμάται ότι σχηματίστηκε πριν από περίπου 10 εκατομμύρια χρόνια, κατά το Μειόκαινο, αποτελεί υπόλειμμα μιας άλλοτε εκτεταμένης λίμνης με έκταση περίπου 164 Km 2 , και μέγιστου βάθους γύρω στα 50 μέτρα, κατά τη τεταρτογενή γεωλογική περίοδο. Σήμερα, η λίμνη της Καστοριάς, τροφοδοτείται από τα νερά του ρέματος της Βυσσινιάς, του Ξηροπόταμου, των επιφανειακών νερών της λεκάνης, αλλά και υπολίμνιων αναβλύσεων. Τα πλεονάζοντα νερά της λίμνης διοχετεύονται στον ποταμό Αλιάκμονα, ο οποίος περνά σε απόσταση μόλις 2 Km από τη δυτική όχθη της. Η λίμνη έχει νεφροειδές σχήμα και στο ανατολικό τμήμα της εισχωρεί δυτικά μία χερσόνησος τριών χιλιομέτρων, πάνω στην οποία είναι κτισμένη η πόλη της Καστοριάς. Παλαιότερες μετρήσεις ανέφεραν ότι είχε επιφάνεια 29 Km 2 , μέγιστο μήκος 7 Km και μέγιστο πλάτος 5 Km περίπου. Στην νοτιοδυτική όχθη της λίμνης, στο Δισπηλιό, έχει βρεθεί ένας οικισμός προϊστορικής εποχής. Εκεί, πλάι στη λίμνη κατασκευάστηκαν οχτώ προϊστορικές καλύβες, εξοπλισμένες με την οικοσκευή της εποχής, ενώ έχει επιχειρηθεί ακόμη και η αποκατάσταση της χλωρίδας που υπήρχε τότε στην περιοχή.
Η λίμνη της Καστοριάς με έκταση περίπου 30 τετραγωνικά χιλιόμετρα και έκταση λεκάνης απορροής 262 τετραγωνικά χιλιόμετρα και συνήθως παγώνει για λίγες μέρες τον χειμώνα. Η λίμνη της Καστοριάς έχει χαρακτηριστεί “Μνημείο Φυσικού Κάλλους” από το Υπουργείο Πολιτισμού και είναι επίσημα ενταγμένο στο ευρωπαϊκό δίκτυο περιβαλλοντικής προστασίας «Φύση 2000» .
Η λίμνη έχει υψόμετρο κοντά στα 630 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας με ελάχιστο βάθος 1,4 μέτρα και μέγιστο 12 μέτρα, η μέση θερμοκρασία του νερού είναι 22 βαθμοί Κελσίου. Η περιφέρεια της λίμνης είναι περίπου 30 χιλιόμετρα και ο όγκος των νερών 100.000.000 κυβικά μέτρα. Η λίμνη έχει αρκετές εισροές νερού κυρίως από τα δυτικά και τα ανατολικά που γεμίζουν την λεκάνη απορροής της τους χειμερινούς μήνες και εκρέει μέσω του ρέματος Γκιόλι με χρήση ηλεκτρικού θυροφράγματος στον ποταμό Αλιάκμονα. Παλαιότερα το βραχόβουνο σχημάτιζε μια νησίδα διότι η λίμνη το περιέβαλλε εξ ολοκλήρου.
Η λεκάνη απορροής της λίμνης αποτελείται κυρίως από δασικές, θαμνώδεις εκτάσεις και φυσικούς βοσκότοπους με ποσοστό περίπου στο 10%. Το μεγαλύτερο ποσοστό της έκτασης είναι μη αρδευόμενο ενώ μικρό είναι το ποσοστό της αγροτικής δασικής έκτασης. Εκλείπουν οι γεωργικές εκτάσεις με φυσική βλάστηση από την περιοχή. Έντονη είναι η εμφάνιση της σκληροφυλλικής βλάστησης σε αντίθεση με το μικρό ποσοστό που καταλαμβάνουν τα οπωροφόρα δέντρα κυρίως στο Βόρειο τμήμα της λεκάνης. Η λίμνη περιμετρικά περιβάλλεται από παραλίμνιους βάλτους. Έντονη αστική δόμηση παρατηρείται μόνο στη περιοχή στην οποία είναι χτισμένη η πόλη και μικρή αραιοκατοικημένη δόμηση στην υπόλοιπη λεκάνη.
GR1330001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΟΥΡΙΝΟΣ (ΚΟΡΥΦΗ ΑΣΠΡΟΒΟΥΝΙ) εμβαδόν 773,95 ha
GR1330002 ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΟΡΕΙΟΥ ΒΟΥΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΛΙΑ εμβαδόν 18.075,60 ha
Τα όρη Βούρινος και Μέλλια αποτελούν τις τελευταίες οροσειρές των ορεινών όγκων στο Ν. Κοζάνης και συνέχεια του βορειότερου όρους Άσκιο. Το όρος Βούρινος έχει δύο παράλληλες οροσειρές με γενική κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ με υψηλότερες κορυφές τη Νεράιδα (1.621 m), το Ντρισινίκο (1.866 m) και το Ασπροβούνι (1.560 m). Μεταξύ των παράλληλων κορυφογραμμών δημιουργούνται τα ρέματα «Φοράδας», «Μεσιανού νερού» και «Τσάμια» τα οποία συμβάλουν στο ρέμα «Βούρινος». Το όρος Μέλλια έχει γενική κατεύθυνση Α-Δ. Η κορυφογραμμή του όρους αποτελείται από της κορυφές Πύργος (1.685 m) και Σκοπιά (1.756 m) ενώ νοτιότερα βρίσκεται η κορυφή Γρίβας (1.440 m) και Κουκούλι (1.503 m). Το όρος Σινιάτσικο (2.107 m) εντοπίζεται σε απόσταση 13 km στα βόρεια. Μεταξύ των ορεινών όγκων έχουν δημιουργηθεί χαράδρες με εποχιακή ροή υδάτων. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από γεωλογική ποικιλότητα αφού υπάρχουν τόσο ασβεστολιθικοί όσο και οφιολιθικοί σχηματισμοί. Οι δυο ορεινοί όγκοι χωρίζονται από πεδινή καλλιεργήσιμη έκταση την οποία διαπερνά το τμήμα της Εγνατίας Οδού Γρεβενά – Κοζάνη.
GR1340001 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ εμβαδόν 26.616,98 ha
GR1340003 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ εμβαδόν 6.066,07 ha
GR1340009 πΤΚΣ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ εμβαδόν 1.495,40 ha
GR1340010 πΤΚΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ εμβαδόν 7.635,37 ha
Η Πρέσπα βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και της Ελλάδας. Περιλαμβάνει δύο λίμνες, τη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα και τα υψηλά ορεινά συγκροτήματα που τις περιβάλλουν. Η λεκάνη των Πρεσπών είναι μοιρασμένη σε τρεις χώρες, την Ελλάδα, την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Οι λίμνες Μεγάλη Πρέσπα, Μικρή Πρέσπα, Οχρίδα και Μαλίκη (έχει αποξηρανθεί), γνωστές στην παλαιογεωγραφία ως Δειναρικές λίμνες, θεωρούνται ως οι παλαιότερες λίμνες στην Ευρώπη και μερικές από τις αρχέγονες λίμνες παγκοσμίως, καθώς σχηματίστηκαν κατά τη διάρκεια της Πλειόκαινης γεωλογικής περιόδου.
Αρχικά δημιουργήθηκε μια μόνο μεγάλη λίμνη, η Πρέσπα. Στη συνέχεια όμως, κατά τις τελευταίες δεκάδες χιλιάδες χρόνια, οι εναποθέσεις φερτών υλικών από τους
χείμαρρους της περιοχής και ειδικότερα εκείνου που διέρχεται από την κοιλάδα του Αγίου Γερμανού, σε συνδυασμό με τη δράση των νερών της μεγάλης λίμνης, δημιούργησαν σιγά-σιγά μια αμμώδη λωρίδα γης που διαχώρισε ένα ρηχό βραχίονα της Πρέσπας, δημιουργώντας τη λίμνη Μικρή Πρέσπα. Έτσι, σήμερα μια προσχωσιγενής λουρίδα γης, μια αβαθή λωρίδα αμμώδους εδάφους, μήκους περίπου 4Km. και πλάτους 200-1000 μέτρων χωρίζει τις δύο λίμνες που όμως επικοινωνούν με μικρή δίαυλο στη θέση Κούλα. Η περιοχή αυτή που ονομάζεται Βρωμολίμνη ή Βιρό.
Η Πρέσπα και συγκεκριμένα μια έκτασή της συνολικής εκτάσεως 256,9 τ. χλμ. είχε ήδη ανακηρυχθεί ως ο «Εθνικός Δρυμός Πρεσπών» από το 1974. Την επόμενη χρονιά, το 1975, ονομάστηκε επίσημα «Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους», ενώ στις 21 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους τέθηκε σε ισχύ στην Ελλάδα η ένταξη της Μικρής Πρέσπας στη Συνθήκη Ραμσάρ ως υγροβιοτόπου διεθνούς ενδιαφέροντος. Σημαντικό τμήμα του Εθνικού Δρυμού καθώς και του Όρους Βαρνούντα συγκαταλέγεται στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο «Natura 2000» ως χώρος προστασίας πτηνών. Το 2009 ο Εθνικός Δρυμός Πρεσπών αντικαταστάθηκε από μια ευρύτερη του 1974 προστατευόμενη περιοχή συνολικής εκτάσεως 327 τ.χλμ. με τον τίτλο «Εθνικό Πάρκο Πρεσπών».
GR1340004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ – ΠΕΤΡΩΝ εμβαδόν 13.029,35 ha
GR1340007 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΠΕΤΡΩΝ εμβαδόν 6.572,20 ha
Η λίμνη Βεγορίτιδα, φυσιο-γεωγραφικά και γεωλογικά, καταλαμβάνει ένα από τα βυθίσματα των κλειστών οροπεδίων της δυτικής Μακεδονίας. Ειδικότερα, περιβάλλεται από τους μεγάλους όγκους, των βουνών Άσκιο, Βέρμιο και Βόρα ή Καϊμάκτσαλαν ( ασβεστολιθικοί σχηματισμοί και όξινα πυριτικά μεταμορφωμένα πετρώματα) . Όπως αναφέρουν αρκετοί ερευνητές, παλαιότερα υπήρχε στην περιοχή μια μεγάλη λίμνη, η λίμνη της Εορδαίας, η έκταση της οποίας έφτανε τα 1000 Km 2 και το βάθος της τα 250 m. Από τη γεωμορφολογική αναδιάταξη της ευρύτερης περιοχής, σε προηγούμενες γεωλογικές περιόδους, προήλθε η ομώνυμη κοιλάδα της Εορδαίας, ενώ μέσα σε αυτή την κοιλάδα απέμειναν από τη μεγάλη λίμνη της Εορδαίας, πέντε μικρότερες λίμνες, η Βεγορίτιδα, των Πετρών, η Χειμαδίτιδα, η Ζάζαρη και το έλος Σαρι-γκιόλ. Αυτό το έλος αποξηράνθηκε εντελώς για να δημιουργηθούν τα μεγάλα ορυχεία του λιγνίτη της Πτολεμαΐδας. Η Βεγορίτιδα αποτελεί το μεγαλύτερο και βαθύτερο υπόλειμμα της παλιάς μεγάλης λίμνης και καταλαμβάνει το βορειότερο άκρο της Εορδαίας κοιλάδας. Η Βεγορίτιδα, αποτελεί το χαμηλότερο σημείο του συμπλέγματος των λιμνών Ζάζαρης, Χειμαδίτιδας και Πετρών, των οποίων δέχεται τα νερά μέσα από σύστημα διωρύγων και σήραγγας. Παλαιότερα, τα πλεονάζοντα νερά της διοχετεύονταν στον Εδεσσαίο ποταμό, με μία σήραγγα (6035m.) που αρχίζει από την βορειοανατολική όχθη της και μετέφερε τα νερά της, όταν χρειαζόταν στην τεχνητή λίμνη του Νησιού, για να τροφοδοτήσουν το υδροηλεκτρικό σταθμό του Άγρα, στην Έδεσσα.
Η λίμνη των Πετρών, βρίσκεται στην λεκάνη που σχηματίζεται από τα βουνά Τρικλάριο, Βαρνούντας, Βέρνο και Βόρας και περίπου 3 Km δυτικά της λίμνης Βεγορίτιδος, και δέχεται τα νερά από τη λίμνη Χειμαδίτιδα και τροφοδοτεί με τη σειρά της τη λίμνη Βεγορίτιδα. Η λίμνη των Πετρών, έχει σχεδόν στρογγυλό σχήμα και χαρακτηρίζεται ως μεσοτροφική, μαζί με τη Βεγορίτιδα θεωρούνται οριακά υποβαθμισμένες, εν τούτοις παρουσιάζουν σημαντική ποικιλία οργανισμών και ιδιαίτερα των πουλιών (φιλοξενεί πάνω από 90 είδη , ενώ έχει καταγραφεί μια σημαντική μεγάλη αποικία της λαγγόνας- Phalacricorax pygmaeus).
GR1340005 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ – ΖΑΖΑΡΗ εμβαδόν 3.920,45 ha
GR1340008 ΖΕΠ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΖΑΖΑΡΗ εμβαδόν 5.135,90 ha
Η Χειμαδίτιδα και η Ζάζαρη βρίσκονται σε μια λιμνοβαλτώδη περιοχή, ανάμεσα στη λεκάνη της Φλώρινας και της Κοζάνης. Η περιοχή των δύο αυτών λιμνών, κατακλύζεται από πυκνούς καλαμιώνες και έτσι προσφέρει ιδανικό βιότοπο για την αναπαραγωγή και τη διαχείμαση υδρόβιων πτηνών.
Η λίμνη Χειμαδίτιδα με σχήμα επίμηκες, που βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Βέρνου, μαζί με τη Ζάζαρη, που βρίσκεται 2 περίπου χιλιόμετρα βόρειά της, αποτελούν τμήμα ενός ευρύτερου συμπλέγματος 4 λιμνών μαζί με τις λίμνες Πετρών και Βεγορίτιδας και οι οποίες συνδέονται υδρολογικά μεταξύ τους, αποτελεί πολύ σημαντικό οικοσύστημα για την ευρύτερη περιοχή και είναι ο σημαντικότερος τόπος αναπαραγωγής της βαλτόπαπιας που θεωρείται απειλούμενο είδος.
Μετά την αποστράγγιση του πρώην έλους της Χειμαδίτιδας, στα βόρεια της σημερινής λίμνης, κατασκευάστηκε περιφερειακά του βόρειου τμήματός της χαμηλό ανάχωμα (0.5-1 μέτρο) με σκοπό τον περιορισμό της λίμνης και την προστασία των αποδοθέντων γεωργικών εκτάσεων. Παράλληλα, η υπερχείλιση της λίμνης στη μέγιστη στάθμη της, καθορίστηκε στο υψόμετρο +591.3 μέτρα. Οι κύριες επεμβάσεις στη λίμνη και στο ευρύτερο περιβάλλον ξεκίνησαν το 1961, για την αποξήρανση μέρους του έλους, με σκοπό την αύξηση των γεωργικών εκτάσεων της περιοχής. Η απόδοση όμως των έργων δεν ήταν ικανοποιητική. Έτσι στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ο χείμαρρος του Σκλήθρου που κατέληγε στο έλος της Χειμαδίτιδας εκτράπηκε προς τη λίμνη Ζάζαρη, ενώ κατασκευάστηκε και ενωτική διώρυγα μεταξύ Ζάζαρης και Χειμαδίτιδας, αλλά και επεκτάθηκε το στραγγιστικό δίκτυο της περιοχής με επιπλέον διώρυγες. Τότε είναι που κατασκευάστηκε και το περιφερειακό ανάχωμα της λίμνης.
Η λίμνη Ζάζαρη, βρίσκεται σε υψόμετρο +602 μέτρων και μια στενή λουρίδα γης, περίπου 2 χιλιομέτρων, τη διαχωρίζει από τη λίμνη Χειμαδίτιδα. Η λίμνη Ζάζαρη, τροφοδοτείται από τα ύδατα του Σκλήθρου ποταμού και από υπόγειες πηγές, ενώ με την σειρά της, τα πλεονάζοντα νερά της τα αποχετεύει στην κατά πολύ μεγαλύτερη και ρηχότερη γειτονική λίμνη Χειμαδίτιδα. Για την ικανοποίηση των αρδευτικών κυρίως αναγκών της ευρύτερης περιοχής
αλλά και για αντιπλημμυρικούς σκοπούς κατασκευάστηκαν στο παρελθόν αρκετά έργα. Ένα από αυτά ήταν η εκτροπή, το 1961, της κοίτης του χειμάρρου του Σκλήθρου με σκοπό τον εμπλουτισμό της λίμνης Ζάζαρης με περισσότερο νερό και την αποξήρανση του έλους που υπήρχε στην περιοχή. Επίσης, στην ανατολική πλευρά της λίμνης, κατασκευάσθηκε αντιπλημμυρικό ανάχωμα και στη νοτιοανατολική, υπερχειλιστής, προκειμένου να συγκρατείται επαρκής ποσότητα νερού στη λίμνη για την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών. Το πλεόνασμα των νερών οδηγείται στη λίμνη Χειμαδίτιδα.
GR1240004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΑΓΡΑ εμβαδόν 1.196,27 ha
GR1240006 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΚΑΙ ΦΡΑΓΜΑ ΑΓΡΑ εμβαδόν 1.388,68 ha
Η περιοχή Ειδικής Προστασίας «Λίμνη Άγρα» περιλαμβάνει την τεχνητή λίμνη και περιφερειακά σημαντικό τμήμα γεωργικών και δασικών εκτάσεων συνολικής έκτασης 4.738 εκταρίων. Η λίμνη βρίσκεται ΒΔ της Έδεσσας, στα στενά που σχηματίζονται μεταξύ των ορεινών όγκων Βόρα και Βερμίου και απέχει 8 χλμ. από την Έδεσσα. Η τεχνητή λίμνη Άγρα βρίσκεται βορειοδυτικά της πόλης της Έδεσσας, στο νομό Πέλλας. Η λίμνη δημιουργήθηκε το 1955 από εργασίες της Δ.Ε.Η. για τις ανάγκες του Υδροηλεκτρικού Σταθμού Άγρα, ύστερα από κατασκευή φράγματος και κατάκλυση καλλιεργήσιμων εκτάσεων των Κοινοτήτων Άγρα, Νησίου και Βρυττών. Παλαιότερα, στη θέση αυτή υπήρχε το έλος των πηγών Βρυττών (έλος Τιάβου).
Ο υγρότοπος Άγρα – Βρυττών – Νησίου βρίσκεται στο Νομό Πέλλας, 7 χλμ. ΒΔ της πόλης της Έδεσσας και καλύπτει έκταση περίπου 6.000 στρεμμάτων. Σχηματίζεται εκατέρωθεν του ποταμού Εδεσσαίου, στην περιοχή που καταλάμβανε παραποτάμιος βάλτος, γνωστός στην αρχαιότητα με την ονομασία έλος Τιάβου. Ο υγρότοπος πήρε τη σημερινή του μορφή, κατά τη δεκαετία του 1950, μετά από παρεμβάσεις της ΔΕΗ, για να καλυφθούν οι ανάγκες του Υδροηλεκτρικού Σταθμού Άγρα. Η λίμνη του Άγρα τροφοδοτείται από τα νερά των πηγών του Εδεσσαίου ποταμού, ο οποίος πηγάζει από το Βορά και αφού εμπλουτιστεί με τα νερά των πηγών των Βρυττών φτάνει στην πόλη της Έδεσσας όπου σχηματίζει τους ομώνυμους καταρράκτες. Μέχρι το 1991 η λίμνη δεχόταν νερά και από τη Βεγορίτιδα μέσω τεχνητής σήραγγας της ΔΕΗ κοντά στον οικισμό της Άρνισσας, κάτι το οποίο διακόπηκε οριστικά το 1991 λόγω της μεγάλης πτώσης της στάθμης της Βεγορίτιδος.
GR1340006 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΝΟΝ – ΚΟΡΥΦΗ ΒΙΤΣΙ εμβαδόν 8.174,25 ha
Το Βίτσι είναι ένας ορεινός όγκος που υψώνεται ήρεμα στο κέντρο της Δυτικής Μακεδονίας, αποτελώντας το φυσικό σύνορο μεταξύ των νομών Φλώρινας και Καστοριάς. Το βουνό αναφέρεται το ίδιο συχνά και με την αρχαία του ονομασία Βέρνο. Το Βίτσι απλώνεται μεταξύ του βοριοανατολικού τμήματος του νομού Καστοριάς και του νοτιοδυτικού τμήματος του νομού Φλώρινας. Στα βόρεια ο αυχένας του Πισοδερίου χωρίζει το Βίτσι από τον Βαρνούντα και στα δυτικά του βουνού ο μεγάλος Λαδοπόταμος δημιουργεί την πεδιάδα των Κορεστείων. Στα ανατολικά το βουνό καταλήγει στη πεδιάδα της Φλώρινας και την ημιορεινή κοιλάδα του Λεχόβου και στα νότια, ανάμεσα στα πολλά ορεινά περάσματα, το Βίτσι συνδέεται με το όρος Μουρίκι. Η ευρύτερη έκταση του βουνού φτάνει τα 280 τ.χλμ., ενώ τα ψηλότερα σημεία απλώνονται σε μια έκταση 35 τ.χλμ. Η ψηλότερη κορυφή του βουνού, το ομώνυμο Βίτσι, φτάνει τα 2.128 μέτρα, ενώ άλλες γνωστές κορυφές είναι η Βίγλα (1.932 μέτρα), η Σικαβίτσα (1.863 μ.), το Πλατύ (1.759 μέτρα) και η Τσούκα (1.679 μέτρα).
GR1210001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΜΙΟ εμβαδόν 25.401,72 ha
Εντοπίζεται εντός της Περιφερειακής Ενότητας Ημαθίας και των Δήμων Νάουσας και Βέροιας ενώ μικρό κομμάτι της εντοπίζεται εντός της Περιφερειακής Ενότητας Κοζάνης και του Δήμου Εορδαίας και της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας και του Δήμου Έδεσσας.
Η περιοχή Natura 2000 GR1210001 «Όρος Βέρμιο» είναι ένας ορεινός όγκος με πολλές κορυφές που δεσπόζει ανάμεσα στις πεδιάδες της κεντρικής Μακεδονίας και διακρίνεται από την παρουσία πολλών ειδών της χλωρίδας και της πανίδας. Το Όρος Βέρμιο διατηρεί αυτούσια την αρχαία του ονομασία, ενώ παλαιότερα ήταν γνωστό με διάφορες τοπικές ονομασίες από τις κορυφές του, όπως Τσιανακτσί, Καρατάσι, Τούρλια, Ξηρολίβαδο και Δόξα.
Το μεγαλύτερο μέρος του βουνού απλώνεται στα δυτικά του νομού Ημαθίας με τις δυτικές του πλαγιές να εισέρχονται στα ανατολικά του νομού Κοζάνης, αποτελώντας έτσι το σύνορο μεταξύ κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας. Οι βόρειοι πρόποδες του βουνού φτάνουν μέχρι την λίμνη Βεγορίτιδα, στα ανατολικά χαμηλώνει μέχρι τις πεδιάδες της Νάουσας και της Βέροιας, στα νότια χωρίζεται από τα Πιέρια όρη από τα Στενά του Αλιάκμονα και στα δυτικά απλώνεται η πεδιάδα της Εορδαίας
Πρόκειται για έναν ορεινό όγκο με συνεχείς κορυφές με ήπιες πλαγιές που περίπου στο μέσο του βρίσκεται μία μεγάλη, δασωμένη κοιλάδα που χωρίζει το βουνό σε Άνω και Κάτω Βέρμιο. Η ψηλότερη κορυφή του βουνού είναι ο Χαμίτης που φθάνει τα 2.065 μέτρα και ακολουθούν η Τσιανακτσί ή Τσανάκης (2.054 μ.) η Μαύρη Πέτρα (2.027 μ.), ο Τρούλος (2.016 μ.), το Παλάτι (1.895 μ.), η Αρσούμπαση (1.874 μ.), το Ξηροβούνι (1.801 μ.), η Υπαπαντή (1.770 μ.), ο Πιλάλοφος (1.749) και η Γκιώνα (1.739 μ.). Από τις κορυφές του βουνού πηγάζουν πολλά ρέματα τα οποία καταλήγουν στον Αλιάκμονα ή σε παραποτάμους του με σημαντικότερα τον Αραπίτσα, τον Τριπόταμο και τον Παλιόμυλο.
GR1210002 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ εμβαδόν 3.584,37 ha
Τα Στενά του Αλιάκμονα, στην περιοχή της Ημαθίας, αποτελούν μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και οικολογικής αξίας. Η περιοχή περιλαμβάνει το νότιο τμήμα της τεχνητής λίμνης Αγίας Βαρβάρας, περιλαμβανομένης της μίας από τις δύο νησίδες (αυτής που βρίσκεται πιο κοντά στη γέφυρα), καθώς και τον ταμιευτήρα των Ασωμάτων που εκτείνεται νοτιότερα, περίπου ως το ύψος του οικισμού Πολύδενδρο. Μετά την κατασκευή των φραγμάτων στην περιοχή, οι δύο αυτοί ταμιευτήρες (ταμιευτήρας Ασωμάτων και ταμιευτήρας αναρρύθμισης Αγ. Βαρβάρας) έχουν αντικαταστήσει την φυσική κοίτη του ποταμού.
GR1240001 ΕΖΔ ΚΟΡΥΦΕΣ ΟΡΟΥΣ ΒΟΡΑ εμβαδόν 41.833,55 ha
GR1240008 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΒΟΡΑΣ εμβαδόν 79.177,75 ha
GR1240002 ΕΖΔ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ εμβαδόν 12.165,23 ha
GR1240007 ΖΕΠ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ ΚΑΙ ΠΙΝΟΒΟ εμβαδόν 19.852,52 ha
Τα βουνά Πίνοβο και Τζένα βρίσκονται βορειοανατολικά της κοιλάδας της Αλμωπίας, στη συνοριακή γραμμή με τη Βόρεια Μακεδονία. Το ύψους τους φτάνει τα 2.156 μ. (κορυφή Κορφούλα, Πίνοβο) και τα 2.182 μ. (κορυφή Μεγάλη Τζένα). Τα βουνά καλύπτονται από πυκνά δάση ενώ ξεχωρίζουν για τους αλπικούς λειμώνες τους. Άλλες γνωστές κορυφές του Πινόβου είναι το Βίσογκραντ (2.150 μ.) και ο Καλόγερος (1.873 μ.).
Το Όρος Βόρας είναι οροσειρά ευρισκόμενη στα σύνορα της Ελλάδας με τη Βόρεια Μακεδονία και εκτείνεται και στις δυο χώρες. Αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή του νομού Πέλλας στα νότια, με το Μορίχοβο της Βόρειας Μακεδονίας στα βόρεια και εκτείνεται ως τα όρια του νομού Φλώρινας. Αποτελεί το τρίτο υψηλότερο βουνό της Ελλάδας, με υψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλίας με υψόμετρο 2.524 μέτρα. Ο Βόρας συνδέεται ανατολικά με τα βουνά Πίνοβο (2.156 μέτρα) και Τζένα (2.182 μέτρα), τα οποία αποτελούν τμήμα της ίδιας οροσειράς. Καλύπτεται από δάση δρυός, οξιάς και πεύκης. Στην ψηλότερη κορυφή του υπάρχει μικρή εκκλησία, μνημείο Σέρβων πεσόντων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Βορειοδυτικά της Όρμας Αλμωπίας εκτείνεται το Μαύρο Δάσος του Βόρα με πυκνή βλάστηση.
GR1240003 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ εμβαδόν 35.191,12 ha
GR1240005 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ – ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ εμβαδόν 6.107,83 ha
GR1240009 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ, ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ ΚΑΙ ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ εμβαδόν 90.978,29 ha
Το Όρος Πάικο θεωρείται προέκταση της οροσειράς του Βόρα, στην πραγματικότητα γεωλογικά ανήκει στον ίδιο ορεινό όγκο με την Τζένα και το Πίνοβο. Αποτελείται κυρίως από ασβεστόλιθους και οφιόλιθους. Το ΝΑ τμήμα του είναι κυρίως ιζηματογενή πετρώματα και χαρακτηρίζεται από πλήθος κορυφών μεσαίου ύψους που κυμαίνονται από 1219 έως 1650 μ. Τα δάση του Πάικου έχουν αξιοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό στο παρελθόν από τους κατοίκους των κοντινών χωριών (πρεμνοφυή κυρίως). Η εντατική βόσκηση είχε επίσης ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, η οποία μόλις πρόσφατα (κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών) άρχισε να παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης. Το Πάικο είναι πλούσιο σε τρεχούμενα νερά καθώς και σε εσωτερικά αποστραγγιστικά νερά ειδικά στα υποαλπικά λιβάδια όπου τα ρέματα ρέουν εσωτερικά και βγαίνουν ως πηγές στους πρόποδες του βουνού.
Τα στενά Αψάλου και Μογλενίτσας αποτελούνται από ένα μικρό και από ένα μεγάλο φαράγγι, καθώς και από έναν βοσκότοπο με θάμνους από παλιούρι και μεγάλα πλατάνια. O ποταμός Μογλενίτσας (Αλμωπαίος) είναι ένας μεγάλος και ήρεμος ποταμός στα βόρεια της Μακεδονίας που στο πέρασμα του δημιουργεί κοιλάδες, φαράγγια και πυκνά δάση, περιοχές μοναδικού φυσικού κάλλους και έχει μεγάλη ποσότητα νερού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ο Μογλενίτσας βρίσκεται στα κεντρικά του νομού Πέλλας και διασχίζει την πεδιάδα της Αλμωπίας, το μεγάλο λεκανοπέδιο που δημιουργούν οι ορεινοί όγκοι της Πέλλας. Τα περισσότερα ρέματα συμβάλλουν πριν από το χωριό Άλωρος, όπου και δημιουργούν το κυρίως ποτάμι. Από εκεί ο Μογλενίτσας εισέρχεται στο μικρό φαράγγι που ονομάζεται «Στενά Αψάλου», και στη συνέχεια κατευθύνεται προς τα νότια. Μετά από κάποια χιλιόμετρα ενώνεται με τον Εδεσσαίο ποταμό κοντά στη Σκύδρα και στη συνέχεια χύνεται στην τάφρο 66 που καταλήγει στον Αλιάκμονα.
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ / ΟΔΗΓΙΕΣ
Σύμβαση Ραμσάρ «για την προστασία των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων, ιδία ως υγροβιότοπων» όπως κυρώθηκε με το Ν.Δ. 191/1974 και ειδικότερα η ειδική σύσταση (resolution) που εκδόθηκε κατά την 8η συνάντηση των μελών της Σύμβασης στη Βαλένθια.
Σύμβαση «για τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας» (όπως κυρώθηκε με το Ν. 2204/94).
Σύμβαση της Βόννης «για τη διατήρηση των μεταναστευτικών ειδών άγριων ζώων» (όπως κυρώθηκε με το Ν. 2719/99).
Σύμβαση της Βέρνης «για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος» (όπως κυρώθηκε με το Ν. 1335/83).
Οδηγία 2000/60/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράση στον τομέα της πολιτικής των υδάτων.
Σύμβαση ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – CITES «για το διεθνές εμπόριο των απειλούμενων ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας». Υπογράφηκε το 1973 και κυρώθηκε με το Ν.2055/1992 (ΦΕΚ 105/Α/30-06-1992).
Σύμβαση ΡΙΟ ΝΤΕΤΖΑΝΕΙΡΟ «για την διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας. Υπογράφηκε το 1992 και κυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν.2204/1994 (ΦΕΚ 59/Α/15-04-1994)
Οδηγία 79/409/ΕΟΚ για τη διατήρηση των άγριων πτηνών.
Τροποποίηση: Οδηγία 2009/147/ΕΟΚ
Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας.
ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Ενσωμάτωση στο οδηγιών στο εθνικό δίκαιο:
– ΚΥΑ ΗΠ 37338/1807/Ε103/2010 «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, «Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών», του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ. – ΦΕΚ 1495Β/2010
– ΚΥΑ ΗΠ 8353/276/Ε103/2012 «Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ….» (Β΄ 1495), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ «Για τη διατήρηση των άγριων πτηνών» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ. – ΦΕΚ 415Β/2012
– ΚΥΑ 33318/3028/1998 «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας» (ΦΕΚ 1289/Β/1998)
– ΚΥΑ 14849/853/Ε103/2008 «Τροποποίηση των υπ’ αριθμ. 33318/3028/1998 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄1289) και υπ’ αριθμ. 29459/1510/2005 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄992), σε συμμόρφωση με διατάξεις της οδηγίας 2006/105 του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.» (ΦΕΚ 645/Β/2008)
Δασικός Κώδικας
Β.Δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7/Α/18-01-1969) όπως τροποποιήθηκε με το Ν.Δ. 996/1971 (ΦΕΚ 192/Α/1971) και το Ν.Δ. 177/1975.
Νόμος περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας
Νόμος υπ’ αριθ. 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/29-12-1979)
Διάταγμα περί προστασίας της αυτοφυούς χλωρίδας και πανίδας και καθορισμού διαδικασίας συντονισμού και ελέγχου της ερεύνης επ’ αυτών.
Π.Δ. 67/1981 (ΦΕΚ 23/Α/30-01-1981)
Νόμος 4453/2017 ( ΦΕΚ 19/Α/20-02-2017) Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Αλβανίας, της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Προστασία και Αειφόρο Ανάπτυξη της Περιοχής του Πάρκου Πρεσπών.
Η Λίμνη της Καστοριάς
Η πρώτη εθνική νομοθεσία με εφαρμογή στην περιοχή της Λίμνης Καστοριά γίνεται με την ΥΑ Α/Φ31/26306/2367 (ΦΕΚ640/Β/26-06-1974) «Περί χαρακτηρισμού της Λίμνης Καστοριάς ως τόπου εξαίρετου φυσικού κάλλους». Χαρακτηρίζεται ως τόπος εξαίρετου φυσικού κάλλους η Λίμνη της Καστοριάς μετά ζώνης προστασίας 50 μέτρων από την όχθη της και προς κάθε πλευρά»
Το νομοθετικό πλαίσιο για την ίδρυση Φορέα Διαχείρισης της Λίμνης Καστοριάς δημιουργείται το 2012 και η κατάργηση και συγχώνευσή του το 2013 με τα:
-Προεδρικό Διάταγμα 14/12 (ΦΕΚ 226/ΑΑ&ΠΘ) «Χαρακτηρισμός της περιοχής της λίμνης Καστοριάς ως περιοχής προστασίας της φύσης και ίδρυση Φορέα Διαχείρισης αυτής.
-Ν. 4109/2013 (ΦΕΚ 16/Α/23-1-2013) «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα – Σύσταση Γενική Γραμματείας για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου και άλλες διατάξεις»
Η περιοχή των Πρεσπών
Το ιστορικό θεσμοθετημένης προστασίας της περιοχής ξεκινάει το 1974 όπου η Ελληνική Πολιτεία κήρυξε ολόκληρη σχεδόν την Ελληνική Πρέσπα Εθνικό Δρυμό ενώ το καλοκαίρι του 2009 το σύνολο της λεκάνης των Πρεσπών κηρύχθηκε ως Εθνικό Πάρκο.
Σε διεθνές επίπεδο, από το 1974 η λίμνη Μικρή Πρέσπα έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους 11 ελληνικούς «υγροτόπους διεθνούς σημασίας» σύμφωνα με τη Σύμβαση Ramsar του 1971 για τη διατήρηση και την ορθολογική χρήση των υγροτόπων
Ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πρεσπών θεσμοθετήθηκε το 1999 με τον Ν. 2742/1999, ιδρύθηκε το 2003 με την ΚΥΑ 125811/1416 /ΦΕΚ 566 Β’ / 9.5.03 και έχει έδρα στον Άγιο Γερμανό.
Ο χαρακτηρισμός των λιμνών Μικρής και Μεγάλης Πρέσπας και της λεκάνης απορροής αυτών ως Εθνικού Πάρκου με την ονομασία «Εθνικό Πάρκο Πρεσπών (Ε.ΠΑ.Π.)» αποφασίστηκε με την ΚΥΑ 286511/09 (ΦΕΚ 302/Δ/23.7.09).
Νόμος υπ’ αριθ. 4519 (ΦΕΚ 25/Α/20.02.2018)
– «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών» με έδρα τον Άγιο Γερμανό Πρεσπών του Νομού Φλώρινας είναι το Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πρεσπών», που έχει συσταθεί με την περίπτωση 14 της παρ. 10 του άρθρου 15 του ν. 2742/1999 και η λειτουργία του συνεχίστηκε με την παρ. 12 του άρθρου 8 του ν. 4109/2013.
– Συνιστώνται οι ακόλουθοι ΦΔΠΠ: Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας». Έδρα του φορέα ορίζεται προσωρινά η Καστοριά του Νομού Καστοριάς.
– Συνιστώνται οι ακόλουθοι ΦΔΠΠ:Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Βόρα – Πάικου – Βερμίου». Έδρα του φορέα ορίζεται προσωρινά η Έδεσσα του Νομού Πέλλας.
Ίδρυση της Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας
Νόμος υπ΄αριθμ. 4685 (ΦΕΚ92/Α/07.05.2020) “Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις”
H ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/11831/468 ΦΕΚ 1056/Β’/10-3-2022 απόφαση Υφυπουργού ΥΠΕΝ για «Κατάργηση του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών» και ενσωμάτωση αυτού στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43 του ν. 4685/2020 (Α΄ 92)»
Η ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/55116/1940 (ΦΕΚ 2870/Β/07.06.2022) απόφαση Υφυπουργού ΥΠΕΝ για «Κατάργηση του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Βόρα – Πάικου – Βερμίου» και ενσωμάτωση αυτού στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43 του ν. 4685/2020 (Α’ 92)»
Η ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4221/200 (ΦΕΚ 2870/Β/07.06.2022) απόφαση Υφυπουργού ΥΠΕΝ για «Κατάργηση του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας» και ενσωμάτωση αυτού στον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43 του ν. 4685/2020 (Α’ 92)»
GR1320001 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
GR1320003 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΟΡΕΣΤΙΑΣ (ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ)
Από την άποψη της ιχθυοπανίδας, στη λίμνη Ορεστιάδα, καταγράφονται ο κυπρίνος ή γριβάδι ή τσουκάνι (Cyprinus carpio ), το τσιρώνι ή πλατίκα (Rutilus rutilus), ο γουλιανός (Silurus glanis), το γλήνι (Tinca tinca ), το ηλιόψαρο (Lepomis gibbosus), ο κέφαλος (Leuciscus cephalus), η πεταλούδα
(Carassius auratus gibelio), το περκί ή πρικί (Perca fluviatilis), η τούρνα ( Esox lucius), τα χέλια (Anguilla anguilla). Η λίμνη της Καστοριάς χαρακτηριζόταν ως μια από τις παραγωγικότερες λίμνες της Ελλάδας. Πολύ παλαιότερα αφθονούσαν στη λίμνη πολλές ποικιλίες ψαριών όπως γριβάδια, γουλιανοί, πλατίκες, τσιρόνια, χρυσικοί, κέφαλοι, χέλια. Μετά το 1930 αφθονούσαν γλήνια, περκιά, και τούρνες. Τα τελευταία χρόνια, η παραγωγή περιορίζεται συνεχώς, ίσως λόγω ανταγωνισμού με άλλα είδη ψαριών ιδιαίτερα με την “πεταλούδα”. Σε σχετικά πρόσφατη καταγραφή (2009), αναφέρονται για τα ψάρια της λίμνης Ορεστιάδας, τα ακόλουθα 13 είδη:Anguilla anguilla, Carassius gibelio, Ctenopharyngoton idella, Cyprinus carpio, Esox lucius, Gobio bulgaricus, Lepomis gibbosus, Perca fluviatilis, Rutilus rutilus, Scardinius erythrophthalmus, Silurus glanis, Squalius vardarensis, Tinca tinca.
Ως προς την ορνιθοπανίδα της λίμνης Καστοριάς, έχουν παρατηρηθεί περισσότερα από 200 είδη πουλιών, από τα οποία τα 90 τουλάχιστον αναπαράγονται στη λίμνη και στο παραλίμνιοδάσος. Από το σύνολο των ειδών που έχουν παρατηρηθεί στη λίμνη 45 είδη είναι προστατευόμενα με βάση την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ, ενώ 33 είδη κατατάσσονται στις κατηγορίες του ‘’Κόκκινου Βιβλίου των Σπονδυλόζωων της Ελλάδας’’. Τα δύο σημαντικότερα είδη που απαντώνται στη λίμνη είναι ο αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus) και η λαγγόνα (Phalacrocorax pygmaeus), είδη που είναι από τα σπανιότερα και τα περισσότερο απειλούμενα στην Ευρώπη αλλά και παγκόσμια. Άλλα σημαντικά στοιχεία είναι ότι στη λίμνη υπάρχει μεγάλος αριθμός βουβόκυκνων (Cycnus olor) που διαμένει μόνιμα και αναπαράγεται καθιστώντας τη λίμνη της Καστοριάς ως το σημαντικότερο τόπο αναπαραγωγής του βουβόκυκνου στην Ελλάδα. Οι αγριόπαπιες που διαχειμάζουν ξεπερνούν συνήθως τα 1000 άτομα και ανήκουν σε περισσότερα από 10 είδη με πολυαριθμότερο το γκισάρι (Aythya ferina). Σ’ αυτά περιλαμβάνεται και ο χηνοπρίστης (Mergus merganser), για τον οποίο η λίμνη της Καστοριάς αποτελεί ένα από τα νοτιότερα πεδία κατανομής του. Επίσης σημαντικός είναι ο αριθμός άλλων ειδών, όπως η πρασινοκέφαλη (Anas platyrhynchus), το κιρκίρι (Anas graeca) και η μαυροκέφαλη (Aythya fuligula). Η Καστοριά είναι ένα από τα ελάχιστα μέρη της Ελλάδας που διαχειμάζουν οι νυχτοκόρακες (Nycticorax nycticorax), αλλά ε ίναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό το πλήθος των σκουφοβητηχταριών, των κορμοράνων (Phalacrocorax carbo) και των λαγγόνων που διαχειμάζουν στη λίμνη.
GR1330001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΟΥΡΙΝΟΣ (ΚΟΡΥΦΗ ΑΣΠΡΟΒΟΥΝΙ)
GR1330002 ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΟΡΕΙΟΥ ΒΟΥΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΛΙΑ
GR1340001 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ
GR1340003 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ
GR1340009 πΤΚΣ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
GR1340010 πΤΚΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
Οι δυο λίμνες των Πρεσπών βρίσκονται ανάμεσα στα βουνά Τρίκλαρο και Βαρνούς στην Ελλάδα, Περιστέρα, Πλάνινα στη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας και Πιτσκίνα Βόντα στην Αλβανία. Η υδρολογική λεκάνη των Πρεσπών είναι κλειστού τύπου και κυριαρχείται γεωλογικά από δολομιτικούς ασβεστόλιθους, γρανίτη και σκληρά κρυσταλλικά μεταμορφωσιγενή πετρώματα.
Άφθονα νερά ξεκινούν από ψηλά και με μικρά ρέματα, μικρά ποτάμια ή και μέσα από υπόγειες διαδρομές καταλήγουν στις δύο λίμνες. Το δάσος της περιοχής είναι από τα πιο πλούσια της χώρας μας και καλύπτεται από βελανιδιές, πανύψηλες οξιές, σημύδες αλλά και από φυτά μοναδικά στον ελληνικό χώρο, όπως η κενταύρια των Πρεσπών -Centaurea prespana και το δάσος με άρκευθους
Η αξία των Πρεσπών έγκειται στο γεγονός ότι η περιοχή χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά υψηλή-μεγάλη βιοποικιλότητα, πλούσιους φυσικούς της πόρους, εξαιρετική φυσική ομορφιά και σε κάποιο βαθμό οι παραδοσιακές γεωργικές και κτηνοτροφικές πρακτικές, συμβάλλουν στη δημιουργία φυσικού περιβάλλοντος, που περιλαμβάνει πληθώρα σπάνιων και ενδημικών ειδών. Στις Πρέσπες, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 1800 είδη φυτών με δύο ενδημικά (17 πτεριδόφυτα και περισσότερα από 1750 σπερματόφυτα ), 12 τύποι δασών, 23 είδη ιχθύων από τα οποία τα 9 είναι ενδημικά, 22 είδη ερπετών, 11 αμφιβίων, ενώ βρίσκουν καταφύγιο εντός των ορίων της λεκάνης των Πρεσπών πάνω από 62 είδη θηλαστικών ( σ’ αυτά συμπεριλαμβάνονται και είδη που κινδυνεύουν με εξαφάνιση, όπως ορισμένα είδη νυχτερίδων, ο λύκος, η αρκούδα και η βίδρα). Εξάλλου, έχουν καταγραφεί στην περιοχή τουλάχιστον 275 είδη πτηνών, από τα οποία 164 είδη αναπαράγονται ή έχουν αναπαραχθεί στην ευρύτερη περιοχή των Πρεσπών. Πολλά από αυτά είναι σπάνια και κάποια όπως ο αργυροπελεκάνος, απειλούνται με εξαφάνιση. Εδώ, στις Πρέσπες διατηρείται η μεγαλύτερη στον κόσμο αποικία αναπαραγωγής του αργυροπελεκάνου, ενώ και η λαγγόνα σχηματίζει εδώ μία σημαντική αποικία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από όλη την Ευρώπη, μόνο στην περιοχή των Πρεσπών οι πληθυσμοί του αργυροπελεκάνου και του ροδοπελεκάνου μοιράζονται το ίδιο ενδιαίτημα. Επίσης, υψηλή είναι και η βιοποικιλότητα της ιχθυοπανίδας της. Μέσα στις λίμνες έχουν καταγραφεί όπως προαναφέρθηκε, 23 είδη ψαριών, 9 εκ των οποίων είναι ενδημικά. Από τα υπόλοιπα 14 είδη, το γριβάδι, ο κοινός κυπρίνος, έχει ιδιαίτερη σημασία
για την οικονομική του αξία ως αλίευμα.
GR1340004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ – ΠΕΤΡΩΝ
GR1340007 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΠΕΤΡΩΝ
Οι λίμνες Βεγορίτιδα και Πετρών αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο όσον αφορά την ορνιθοπανίδα. Τα πουλιά που φωλιάζουν στη μια λίμνη ή στις εκτάσεις που την περιβάλλουν,τρέφονται και στην άλλη, ενώ και οι 4 λίμνες της περιοχής (Βεγορίτιδας, Πετρών, Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα) συνδέονται μεταξύ τους λειτουργικά. Για αυτό τον λόγο, η περιοχή αυτών των λιμνών χαρακτηρίζεται ως ‘‘Σημαντική Περιοχή για τα πουλιά της Ελλάδος’’. Σύμφωνα με την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρία, από τα μέχρι σήμερα στοιχεία έχουν καταγραφεί 162 είδη πουλιών από τα οποία φωλιάζουν τα 87. Ορισμένα είδη αρπακτικών και στρουθιομόρφων φωλιάζουν στα γύρω βουνά και στα δάση και κυνηγάνε ή διαχειμάζουν στην περιοχή των λιμνών. Για παράδειγμα, εμφανίζονται και στις τέσσερις λίμνες ο αργυροπελεκάνος, είδος παγκοσμίως απειλούμενο και ο ροδοπελεκάνος. Επίσης, η βαλτόπαπια (είδος παγκοσμίως απειλούμενο με εξαφάνιση ) φωλιάζει στον καλαμιώνα της λίμνης των Πετρών και στη Χειμαδίτιδα, αλλά τρέφεται και στις άλλες γειτονικές λίμνες. Παλαιότερα, η βαλτόπαπια φώλιαζε και στη Βεγορίτιδα, όταν η στάθμη της ήταν σε υψηλότερα επίπεδα και το υδατικό της ισοζύγιο ήταν σχετικά σταθερό. Με την άνοδο της στάθμης της λίμνης Βεγορίτιδας και τη σταθεροποίηση της έκτασης του εκεί καλαμιώνα, θεωρείται από τους ειδικούς ορνιθολόγους πολύ πιθανόν να φωλιάσει και πάλι στη λίμνη η βαλτόπαπια. Εξάλλου, η λίμνη Βεγορίτιδα φαίνεται να προσφέρει με τις απόκρημνες και βραχώδεις πλαγιές της, ασφαλείς θέσεις φωλιάσματος στο χρυσογέρακο, το οποίο αποτελεί παγκοσμίως είναι σπάνιο και απειλούμενο είδος. Επίσης, κυρίως στο νότιο τμήμα της, στον Άγιο Παντελεήμονα, τρέφονται τα περισσότερα παρυδάτια και υδρόβια είδη, όπως ο στρειδοφάγος , ο καλαμοκανάς, οι σκαλίδρες, το μπεκατσίνι, ο κοκκινοσκέλης, το γκισάρι, το σφυριχτάρι, η πρασινοκέφαλη πάπια και το φερεντίνι. Στα βαθύτερα νερά της λίμνης το χειμώνα μπορεί να παρατηρήσει κανείς τα σκουφοβουτηχτάρια, αλλά και πολυάριθμες φαλαρίδες. Θα πρέπει να τονίσουμε, ότι όταν οι άλλες λίμνες της ευρύτερης περιοχής παγώνουν για 1 -2 μήνες τον χειμώνα, η Βεγορίτιδα, που δεν παγώνει, φιλοξενεί χιλιάδες υδρόβια πουλιά που διαχειμάζουν στην περιοχή.
Στη λίμνη των Πετρών έχουν παρατηρηθεί περισσότερα από 90 είδη πτηνών, ενώ στο σύμπλεγμα των δύο λιμνών, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 130 είδη, πολλά από τα οποία είναι απειλούμενα. Εξάλλου, στη λίμνη των Πετρών αναπαράγονται σπάνια είδη ορνιθοπανίδας, όπως είναι η λαγγόνα (Phalacrocorax pygmaeus), η οποία έχει δημιουργήσει στην περιοχή μια δεύτερη αποικία στο νομό της Φλώρινας, εκτός από αυτή των Πρεσπών. Αυτές είναι οι δύο από τις τρεις αποικίες του είδους στην Ελλάδα, και είναι οι μοναδικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
GR1340005 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ – ΖΑΖΑΡΗ
GR1340008 ΖΕΠ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΖΑΖΑΡΗ
Το σύμπλεγμα των δύο λιμνών, αποτελεί υδροβιότοπο μεγάλης βιολογικής αξίας, όπου διαβιούν πολλά είδη οργανισμών. Κάποια από αυτά είναι απειλούμενα όπως η αγριόγατα, η βίδρα, ο αργυροπελεκάνος, η λαιμόστακτη χελώνα, πεταλούδες και κολεόπτερα. Συνολικά, οι δύο αυτές λίμνες προσφέρουν καταφύγιο σε 141 είδη πουλιών, 12 είδη θηλαστικών, 7 είδη αμφιβίων, 8 είδη ψαριών, ενώ υπάρχουν επίσης πολλά είδη ασπονδύλων. Πλούσια και η χλωρίδα της περιοχής με 150 είδη φυτών.
Τα εσωτερικά νερά των δύο λιμνών Χειμαδίτιδα και Ζάζαρη, οι καλαμώνες, τα έλη, τα υγρολίβαδα, αλλά και τα παραλίμνια φυλλοβόλα δάση με την πλούσια πανίδα, συνθέτουν την ιδιαίτερη οικολογική αξία της ευρύτερης περιοχής των δύο αυτών λιμνών. Η λίμνη Ζάζαρη έχει πλούσια αναπτυγμένους καλαμώνες (π.χ. Phragmites australis, Cladium mariscum, Typha angustifolia κ.ά), αλλά και υδρόβια φυτά που επιπλέουν στην επιφάνεια του νερού, και φυτά ριζωμένα στο βυθό τα οποία αναπτύσσονται μέσα στο νερό ή στην επιφάνεια (νούφαρα, ποταμογείτονες, κερατόφυλλα, μυριόφυλλα κλπ .) και συνοδά φυτά των καλαμώνων και των υγρών λιβαδιών.
Συνολικά στην περιοχή έχουν καταγραφεί 150 φυτικά είδη, σε 9 τύπους οικοτόπων. Αξιόλογος είναι και ο αριθμός των ειδών των θηλαστικών που έχουν παρατηρηθεί, αρκετά από τα οποία είναι απειλούμενα όπως ο λύκος (Canis lupus), η βίδρα (Lutra lutra) και ο λαγόγυρος (Citellus citellus). Στο παραλίμνιο δάσος αλλά και στις γύρω υγρές περιοχές συναντώνται 7 είδη αμφιβίων από τα 17 είδη που υπάρχουν στην Ε λλάδα, όπως ο κοινός τρίτωνας (Triturus
vulgraris), ο χωματόφρυνος (Bufo bufo), ο λιμνοβάτραχος (Rana ridibunda), ο πράσινος φρύνος (Bufo viridis), ο δενδροβάτραχος (Hyla arborea), ο πηλοβάτης (Pelobates syriacus), και ο ευκίνητος βάτραχος (Rana dalmatina). Τα τέσσερα τελευταία είδη έχουν χαρακτηρισθεί ως προστατευόμενα σύμφωνα με διεθνείς συμβάσεις και οδηγίες. Στις κοντινές ορεινές περιοχές απαντώνται είδη όπως η σαλαμάνδρα (Salamandra salamandra), η μπομπίνα (Bombina variegata) και ο
προσωπικό βάτραχος των ρυακιών (Rana graeca). Η περιοχή των λιμνών είναι πλούσια και σε ερπετά όπως οι χελώνες Testudo hermanni και Emys orbicularis, οι σαύρες Lacerta viridis και Podarcis muralis, καθώς και τα φίδια μαυρόφιδο -Malpolon monspessulanus, οχιά -Vipera ammodytes, και νερόφιδο -Natrix natrix. Αξιόλογη είναι και η ιχθυοπανίδα με είδη όπως ο κυπρίνος (Cyprinus carpio), η τούρνα (Esox lucius), το γλίνι (Tinca tinca), η πλατίκα (Rutilus rutilus vegariticus), ο μυλωνάς (Barbus meridionalis) κ.α.
Η ορνιθοπανίδα των δύο λιμνών αποτελείται από 141 είδη, 96 από τα οποία φωλιάζουν στην περιοχή, ενώ σημαντικός είναι και ο αριθμός των απειλούμενων και προστατευόμενων ειδών. Ξεχωριστή θέση καταλαμβάνουν τρία παγκοσμίως απειλούμενα είδη, η βαλτόπαπια (Aythya nyroca), το κιρκινέζι (Falco naumanni) και ο αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus). Η περιοχή είναι σημαντική επίσης για την αναπαραγωγή και άλλων προστατευόμενων ειδών όπως ο μικροτσικνιάς (Ixobruchus minutus), ο πορφυροτσικνιάς (Ardea purpurea), ο πελαργός (Ciconia ciconia), ο καλαμόκιρκος (Circus aeruginosus), ο λιβαδόκιρκος (Circus pygarpus), το σαΐνι (Accipiter brevipes), η αετογερακίνα (Buteo rufinus), το χρυσογέρακο (Falco biarmicus), ο πετρίτης (Falco peregrinus), το μουστακογλάρονο (Chlidonias hybridus), το μαυρογλάρονο (Chlidonias niger), η χαλκοκουρούνα (Coracias garrulus) και ο γαϊδουροκεφαλάς (Lanius minor). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα, φιλοξενούν το μεγαλύτερο πληθυσμό κυνηγόπαπιας (Aythya ferina) κατά την περίοδο της φωλεοποίησης, και ότι το σύμπλεγμα των δύο αυτών λιμνών έχει χαρακτηρισθεί ως ‘’Σημαντική Περιοχή για τα Πουλιά της Ελλάδας’’
Η περιοχή έχει χαρακτηρισθεί ως ΖΕΠ και ΕΖΔ. Οι καλαμιώνες με Phragmites australis είναι σημαντικοί για τους υγροτόπους και είναι οι περισσότερο εκτεταμένοι στη Χειμαδίτιδα παρά στη Ζάζαρη. Ο υγρότοπος υποστηρίζει ποικίλη ορνιθοπανίδα, και αποτελεί θέση φωλεοποίησης, τροφοληψίας και ανάπαυσης για σημαντικό αριθμό πτηνών. Είναι, επίσης, πολύ σημαντικός για τα αρπακτικά και για την πλούσια ερπετοπανίδα. Τέλος, βυθισμένη υδατική βλάστηση (Potamogeton spp., Ceratophyllum sp., Myriophyllum spicatum, Zannichelia palustris, Vallisneria sp., Nymphaea alba etc) καταλαμβάνει τα ρηχά νερά.
GR1240004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΑΓΡΑ
GR1240006 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΚΑΙ ΦΡΑΓΜΑ ΑΓΡΑ
Τα υψόμετρα της περιοχής κυμαίνονται από 470-1.022 μ. Το κλίμα είναι μεσευρωπαϊκό-ηπειρωτικό, το ετήσιο ύψος βροχής 850 χλσ. περίπου, ενώ η θερμοκρασία κυμαίνεται από 5 έως 14 ºC. Το κυρίαρχο γεωλογικό υπόβαθρο είναι ασβεστόλιθος. Η περιοχή διαχωρίζεται σε δύο ζώνες (Α και Β). Η Ζώνη Α περιλαμβάνει υδάτινες επιφάνειες και παρόχθιες εκτάσεις συνολικής έκτασης 1.166 εκταρίων και ορίζεται με φυσικά ή τεχνητά όρια (Πλατής και συν. 2000). Στη ζώνη αυτή απαντούν τα υγρά λιβάδια τα οποία αποτελούν το 19,20% της έκτασή της και για την οποία προτάθηκε η διαίρεσή τους σε λιβαδικές μονάδες. Η Ζώνη Β αποτελείται από ορεινά και ημιορεινά τμήματα της προστατευόμενης περιοχής. Αμφότερες οι ζώνες βόσκονται από αγροτικά ζώα.
Η βλάστηση που κυριαρχεί στον υγρότοπο είναι οι καλαμώνες με χαρακτηριστικά είδη τα καλάμια, τα βούρλα και ψαθιά. Τα υγρά λιβάδια που κατακλύζονται περιοδικά με νερό, καταλαμβάνουν περιορισμένη έκταση στα δυτικά. Η παρόχθια βλάστηση περιορίζεται κατά μήκος των καναλιών σε ορισμένες θέσεις μέσα στον υγρότοπο και περιλαμβάνει κυρίως ιτιές του είδους Salix και λεύκες του είδους Populus. Στις υγρές περιοχές κυριαρχούν κυρίως νούφαρα του είδους του είδους Nymphaea. Σε θέσεις όπου οι ιδιαίτερες εδαφικές συνθήκες το επιτρέπουν, σχηματίζονται ασβεστούχοι βάλτοι οι οποίοι αποτελούν σπάνιο οικότοπο και προστατεύονται από την Ε.Ε
GR1340006 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΝΟΝ – ΚΟΡΥΦΗ ΒΙΤΣΙ
Το φυσικό περιβάλλον της περιοχής είναι ιδιαίτερα σημαντικό για αρκετά είδη πανίδας όπως η αρκούδα, ο σφηκιάρης (Pernis apivorus), το κιρκινέζι (Falco naumani) και ο λιβαδόκιρκος (Circus pygagrus).Το νότιο Βέρνον τροφοδοτεί τις λίμνες του Αμυνταίου, ενώ οι δυτικές πλαγιές του ανήκουν στη λεκάνη απορροής της λίμνης Καστοριάς. Από τους πρόποδες του βουνού μέχρι και τα χίλια μέτρα κυριαρχούν οι διαπλάσεις δρυός, ενώ από το σημείο αυτό και μέχρι τα ανώτερα δασοόρια μετά αλπικά λιβάδια, κυριαρχεί η οξιά με πολύ πυκνά και αδιαπέραστα δάση. Η περιοχή έχει εξέχουσα σημασία για πάρα πολλά σημαντικά είδη πανίδας. Εκτός από τα δυο μεγάλα θηλαστικά την αρκούδα και το λύκο, το νότιο Βέρνον αποτελεί βιότοπο για σπάνια πουλιά και κυρίως αρπακτικά. Είναι αξιοσημείωτο πως σε μια μικρή ζώνη λίγων χιλιομέτρων φωλιάζουν ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos), ο κραυγαετός (Aquila pomarina), ο πετρίτης (Falco peregrinus), το κιρκινέζι (Falco naumani),τo βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus) το ξεφτέρι (Accipiter nisus), αετογερακίνες (Buteo rufinus) και κοινές γερακίνες (Buteo buteo).
GR1210001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΜΙΟ
Σχετικά με το σύνολο της Περιοχής Natura GR1210001, το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής καλύπτεται από δάση με πλατύφυλλα και κωνοφόρα δέντρα, με κυρίαρχα είδη τα Pinus nigra var. palassiana και Fagus sp. Πάνω από τη γραμμή ξυλείας η βλάστηση καλύπτεται από υποαλπικά λιβάδια. Στα κάτω μέρη υπάρχουν ξερά λιβάδια και θάμνοι. Το Όρος Βέρμιο, αποτελεί σημαντική τοποθεσία για την ποικιλία της βλάστησης και της χλωρίδας και για τη σύνθεση των δασικών συστάδων. Όσον αφορά την πανίδα, η ποιότητα της τοποθεσίας υποδεικνύεται από την εμφάνιση του ασπόνδυλου Hipparchia delattini που είναι το νότιο άκρο της επέκτασης, του ασπόνδυλου Erebia ligea που περιλαμβάνεται στο Προεδρικό Διάταγμα 67/1981. Επιπλέον, εμφανίζονται τα ασπόνδυλα Thecla betulae, Strymonidia w-album, Agrodiaetus damon, τα οποία αναφέρονται από τον Heath J. (1981), τα κινδυνεύοντα είδη του κλάδου Rhopalocera (λεπιδόπτερα) της Ευρώπης, και το ασπόνδυλο Maculinea alcon, το οποίο περιλαμβάνεται στην Κόκκινη Λίστα Απειλούμενων Ειδών (1988) της Διεθνής Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN). Όσον αφορά την ερπετοπανίδα, στην περιοχή έχουν καταγραφεί 7 είδη ερπετών και 3 αμφιβίων του Παραρτήματος IV. Όσον αφορά τα αυτοφυή φυτικά είδη, η ποιότητα της περιοχής υποδεικνύεται από την παρουσία σημαντικών ειδών, μεταξύ των οποίων 12 taxa είναι ελληνικά ενδημικά (εκ των οποίων το ένα είναι τοπικό ενδημικό) και ένα taxon προστατεύεται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το περιβάλλον (1992). Ειδικότερα τα taxa Allium phthioticum, Aquilegia ottonis ssp. amaliae, Cynoglottis barrelieri ssp. serpentinicola, Dactylorhiza kalopissii, Festuca koritnicensis, Rosa arvensis, Viola eximia (motivation D). Επιπρόσθετα, τα παρακάτω taxa προστατεύονται από το Ελληνικό Προεδρικό Διάταγμα (67/1981): Coeloglossum viride, Convallaria majalis, Dactylorhiza sambucina, Gentiana asclepiadea, Gentiana cruciata, Gentiana lutea, Jovibarba heuffelii, Lilium chalcedonicum, Lilium martagon, Nigritella nigra, Orchis pallens, Poa thessala, Ramonda nathaliae (κατηγορία κινήτρου D) περιλαμβάνονται στη λίστα του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης της Διατήρησης ή/και στην ευρωπαϊκή Κόκκινη Λίστα. Επίσης, το taxon Myosurus minimus (κατηγορία κινήτρου D) είναι σπάνιο στη χώρα και εμφανίζεται στα όρια της εξάπλωσής του στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ τα taxa Abies borisii-regis, Achillea chrysocoma, Achillea holosericea, Anthyllis vulneraria ssp. bulgarica, Arabis bryoides, Arenaria conferta ssp. confetra, Aurinia corymbosa, Campanula formanekiana, Centaurea pindicola, Cirsium appendiculatum, Crocus cvijicii, Dianthus integer ssp. minutiflorus, Paronychia macedonica, Peucedanum oligophyllum, Pinus heldreichii, Plantago media ssp. pindica, Sideritis scardica, Silene fabarioides, Silene radicosa ssp. radicosa, Stachys iva, Stachys plumosa, Viola orphanidis είναι ενδημικά της Βαλκανικής χερσονήσου. Η περιοχή, επίσης, αποτελεί το βασικό χώρο εξάπλωσης (στη Βαλκανική χερσόνησο) των taxa Thymus leuxotrixhus και Thymus thracicus, τα οποία εκτείνονται στη Τουρκία και στην Ιταλία. Η χλωριδική ποιότητα της περιοχής υποδεικνύεται από την παρουσία των ασπόνδυλων (πεταλούδων) Hipparchia delattini, που είναι το νοτιότερο άκρο της εξάπλωσης της και της Erebia ligea που περιέχεται στο Π.Δ. 67/1981. Επίσης απαντώνται είδη τα οποία αναφέρονται στο Threatened Rhopalocera (butterflies) of Europe (Heath J. 1981). Επιπλέον, απαντώνται τα είδη Thecla betulae, Strymonidia w-album, Agrodiaetus damon και η Maculinea Alcon (IUCN Red List of Threatened Animals).
GR1210002 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ
Ο τόπος του δικτύου Natura 2000 περιλαμβάνει τμήμα της κοιλάδας του ποταμού Αλιάκμονα, που περιβάλλεται από δάση αειφύλλων, πλατύφυλλων, δρυοδάση, βράχια και βραχώδεις ορθοπλαγιές.
Η περιοχή είναι σημαντική για τα αποδημητικά αρπακτικά πουλιά, παρέχοντας ενδιαιτήματα για τροφοληψία, φωλεοποίηση και καταφύγιο. Επίσης, αποτελεί μεταναστευτικό διάδρομο των πουλιών και παρέχει χώρους διαχείμασης για τα μεταναστευτικά είδη. Συνολικά έχουν καταγραφεί περισσότερα από 215 είδη πουλιών μεταξύ των οποίων η πετροπέρδικα, ο μπούφος, ο ποταμοσφυριχτής και η χαλκοκουρούνα.
Επίσης, ο βιότοπος φιλοξενεί πλούσια ιχθυοπανίδα. Τα είδη του Παραρτήματος ΙΙ, για το οποίο η περιοχή χαρακτηρίστηκε Ειδική Ζώνη Διατήρησης, σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΕ είναι η βίδρα Lutra lutra, και τα είδη ψαριών Barbus balcanicus, Cobitis vardarensis και Rhodeus meridionalis.
GR1240001 ΕΖΔ ΚΟΡΥΦΕΣ ΟΡΟΥΣ ΒΟΡΑ
GR1240008 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΒΟΡΑΣ
GR1240002 ΕΖΔ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ
GR1240007 ΖΕΠ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ ΚΑΙ ΠΙΝΟΒΟ
Στην περιοχή των ορεινών συγκροτημάτων Πίνοβου και Τζένας, εμφανίζονται οι τρεις (3) από τις πέντε ζώνες βλάστησης της χώρας μας, όπως αυτές διακρίνονται και περιγράφονται με βάση τις ανώτερες φυτοκοινωνίες του συστήματος ΒRAUN- BLANQUET.Οι ζώνες βλάστησης με σειρά, από τις χαμηλότερες προς τις υψηλότερες θέσεις,περιγράφονται παρακάτω:α) Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (QUERCETALIA PUBESCENTIS)(Δάση φυλλοβόλων δρυών Quercion frainetto)Η ζώνη αυτή αρχίζει απὀ τις χαμηλότερες θέσεις στους πρόποδες του Πίνοβου και της Τζένας και φθάνει μέχρι το υπερθαλάσσιο ύψος 750-950 µ. Το κατώτερο τµήµα της ζώνης, μέχρι το υψόμετρο 550 µ. σε ανατολικές και βόρειες εκθέσεις και 650 µ. σε νότιες και δυτικές, ανήκει στην υποζώνη, του OSTRYO-CARPINION (μικτοί θαµνώνες αείφυλλων και φυλλοβόλων ειδών) και κυρίως στον αυξητικό χώρο CARPINETUM ORIENTALIS. Ο αυξητικός χώρος COCCIFERO-CARPINETUM εμφανίζεται µόνο σε ελάχιστες θέσεις και μάλιστα κάτω απὀ ακραίες συνθήκες και υπό ισχυρή πίεση βόσκησης, Τα επικρατέστερα ξυλώδη είδη που συνθέτουν τη βλάστηση της υποζώνης αυτής είναι Carpinus orientalis, Ostrya carpinifolia, Fraxinus ornus, Acer campestre, Quercus pubescens, Quercus coccifera, Juniperus oxycedrus, Pistacia terebinthus, Coronilla emerus, Corylus avellana, Crataegus monogyna κ.ά., µε τα οποία προσμιγνύονται τα είδη Quercus cerris και Quercus conferta.Το υπόλοιπο ανώτερο τµήµα της ζώνης καταλαμβάνεται απὀ την υποζώνη QUERCION CONFERTAE και φθάνει κατά κανόνα µέχρι υπερθαλάσσιο ύψος 750 μ., και στις νότιες εκθέσεις µέχρι 950 µ.Η διαφοροποίηση της σύνθεσης των δρυοδασών στην υποζώνη αυτή επιτρέπει τη διάκριση δύο αυξητικών χώρων, δηλαδή του κατώτερου QUERCETUM CONFERTAE, όπου επικρατούν κυρίως τα είδη Quercus pubescensκαι Quercus frainetto (Q. conferta), και του ανωτέρου QUERCETUM MONTANUM µε επικρατέστερα τα είδη Quercus dalechampii και Quercus cerris.Τα αποτελέσματα της μακροχρόνιας και έντονης ανθρωπογενούς επίδρασης είναι σαφώς ορατά στο σύνολο της ζώνης και ιδιαίτερα στην κατώτερη υποζώνη, όπου η δενδρώδης βλάστηση εµφανίζεται σχεδόν παντού µε θαμνώδη µορφή ἡ λείπει τελείως.β) Ζώνη δασών οξυάς (FAGETALIA)(Δάση οξυάς/δρυός µε Quercus frainetto, οξεόφιλα και μεσοφυτικά δάση οξυάς, ασβεστόφιλα δάση οξυάς –Cephalanthero-Fagion).H εμφάνιση της οξυάς στο Πίνοβο και την Τζένα αρχίζει απὀ τα ανώτερα όρια της προηγούμενης ζώνης και φθάνει σε υψόμετρο 1500-1650 µ., σχηματίζοντας την υποζώνη FAGION MOESIACAE της ζώνης FAGETALIA. Εδώ εμφανίζονται τα τρία είδη οξυάς. Άφθονα, η Fagus sylvatika και Fagus moesiaca και σπανιότατα η Fagus orientalis. Όλη η περιοχή ανήκει στον αυξητικό χώρο FAGETUM MOESIACAE. Πέρα απὀ τα κυριαρχούντα είδη της οξυάς, στη σύνθεση της ξυλώδους βλάστησης της ζώνης συμμετέχουν και τα είδη : Betula pendula, Acer pseudoplatanus, A. platanoides, A. hyrganum, A. obtusatum, Sorbus aucuparia, S. torminalis, Tilia cordata, Taxus baccata, Viburnum lantana, Evonymus latifolius, Ilex aquifolium, Lonicera alpigena, Juniperus communis, J. Oxycedrus κ.α.Μέσα στη ζώνη αυτή εμφανίζεται περιστασιακά κατά θέσεις η Pinus nigra και σποραδικά η Pinus sylvestris και ηAbies borisii regis.Η ζώνη αυτή καλύπτει το µεγαλύτερο τµήµα του κυρίως ορεινού όγκου του Πίνοβου και Τζένας, σχηματίζοντας συγχρόνως στις περισσότερες περιπτώσεις τα δασοόρια αυτού.γ) Εξωδασική ζώνη υψηλών ορέων (ASTRAGALO-ACANTHOLIMONETALIA)(Ανωδασική (ορο-μεσογειακή και υπαλπική) βλάστηση στεππόµορφων λιβαδιών).
Στα ορεινά συγκροτήµατα Τζένας και Πίνοβου βρίσκουν τροφή και καταφύγιο πολλά είδη της δασικής πανίδας, θηλαστικά, πτηνά, αμφίβια, ερπετά κλπ. Μερικά από τα είδη των μεγάλων θηλαστικών της περιοχής ανέρχονται είναι ο Λαγός (Lepus europaeus Pallas),ο σκίουρος (Sciurus vulgaris L.), η Βίδρα (Lutra lutra), η Νυφίτσα (Mustella nivalis), το Κουνάβι (Martes foina Erxleben), ο Ασβός (Meles meles L.), ο Αγριόγατος (Felis sylvestris Schreber), η Αρκούδα (Ursus arctos L.), η Αλεπού (Vulpes vulpes L.), ο Λύκος (Canis lupus L.), το Αγριογούρουνο (Sus scrofa L.), το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra L.), το Ζαρκάδι (Capreolus capreolus L.).
Στην περιοχή έχουν καταγραφεί 170 είδη, με είδη χαρακτηρισμού της ΖΕΠ τα Ασπροπάρης (Neophron percnopterus), Αετογερακίνα (Buteo rufinus), Χρυσογέρακο (Falco biarmicus). Επίσης τα είδη οριοθέτησης της περιοχής είναι ο Σφηκιάρης (Pernis apivorus), ο Τσίφτης (Milvus migrans), ο Γυπαετός (Gypaetus barbatus), το Όρνιο (Gyps fulvus), ο Φιδαετός (Circaetus gallicus), το Σαΐνι (Accipiter brevipes), ο Κραυγαετός (Aquila pomarina), ο Χρυσαετός (Aquila chrysaetos), ο Γερακαετός (Hieraaetus pennatus), το Νανογέρακο (Falco columbarius), ο Πετρίτης (Falco peregrinus), το Ορτύκι (Coturnix coturnix), ο Μπούφος (Bubo bubo), ο Σκεπαρνάς (Apus melba), ο Μελισσοφάγος (Merops apiaster), ο Σταχτής Δρυοκολάπτης (Picus canus), ο Μαύρος Δρυοκολάπτης (Dryocopus martius), ο Αετομάχος (Lanus collurio) και η Κοκκινοκαλιακούδα (Pyrrocorax pyrrocorax).
Στο Όρος Βόρας η κυρίαρχη μορφή κάλυψης γης (περίπου 91%), ανήκει στην κατηγορία των δασών και δασικών εκτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται οι θαμνότοποι, τα χορτολίβαδα καθώς και οι γυμνές και βραχώδεις εκτάσεις. Στην περιοχή έχουν καταγραφεί τα ακόλουθα βιοτικά γνωρίσματα :
-27 τύποι οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ από τους οποίους οι 5 είναι προτεραιότητας με βάση την ίδια Οδηγία,
-33 είδη πτηνών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ καθώς επίσης και 44 είδη μεταναστευτικών πτηνών τα οποία δεν περιλαμβάνονται στην Οδηγία αυτή,
-11 είδη ζώων (4 αμφίβια, 5 ερπετά, 2 ψάρια) του Παραρτήματος ΙΙ και ΙV της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και
-157 είδη χλωρίδας τα οποία χαρακτηρίζονται ως σημαντικά για την Ελλάδα.
Γενικά η περιοχή έχει αξιολογηθεί και χαρακτηρισθεί ως σημαντική περιοχή για τα πουλιά (Important Bird Area) και βιογενετικό απόθεμα. Στην περιοχή απαντάται ο ένας από τους δύο πυρήνες στην Ελλάδα εξάπλωσης της Pinus peuce ως υπόλειμμα άλλοτε εκτεταμένων δασών του είδους. Η ποικιλότητα των τύπων οικοτόπων αλλά και των ειδών χλωρίδας και πανίδας, από τα οποία πολλά είναι Κοινοτικού ενδιαφέροντος, αναδεικνύουν την περιοχή ως μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιοχές της χώρας μας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Άλλες αξίες της περιοχής που κατατάσσονται σε πρώτο επίπεδο σπουδαιότητας είναι : υλοτομική, προστατευτική από τη διάβρωση, αισθητική, αναψυχική και βελτιωτική της ποιότητας νερού.
GR1240003 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ
GR1240005 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΦΑΛΟΥ – ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ
GR1240009 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ, ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΑΟΥ ΚΑΙ ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ
Οι γεωργικές δραστηριότητες στο Πάικο όρος, ανήκουν στο παρελθόν και ως αποτέλεσμα σήμερα, υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία οικοτόπων. Η αναδάσωση πολλών εγκαταλελειμμένων βοσκοτόπων και μικρών κομματιών πρώην γεωργικής γης δημιουργεί τώρα ένα τοπίο πλούσιας βλάστησης. Έτσι, η ποικιλομορφία των οικοτόπων που δημιουργούνται είναι ένα από τα πιο πολύτιμα χαρακτηριστικά της περιοχής. Η ποικιλότητα της δομής της βλάστησης και η γειτνίαση του Πάικου με την Τζένα και την κοιλάδα του Αξιού ποταμού δημιουργούν έναν κατάλληλο βιότοπο για αρκετά αρπακτικά. Επιπλέον, οι ήπιες πλαγιές των υποαλπικών λιβαδιών και οι μικροί ορεινοί υγρότοποι σχηματίζουν ένα ενδιαφέρον περιβάλλον. Όσον αφορά την πανίδα, η ποιότητα της περιοχής καταδεικνύεται από την εμφάνιση του ασπόνδυλου Erebia ligea, το οποίο περιλαμβάνεται στο Προεδρικό Διάταγμα 67/1981. Όσον αφορά τα φυτά, η ποιότητα του τόπου υποδεικνύεται από την εμφάνιση σημαντικών ταξινομικών κατηγοριών. Μεταξύ αυτών, μία ταξινομική κατηγορία είναι η ελληνική ενδημική, 3 ταξινομικές κατηγορίες (Δακτυλόρροια καλοπησί, Ρόζα αρβένσις, Sempervivum marmoreum) περιλαμβάνονται στον κατάλογο WCMC ή/και ευρωπαϊκών κόκκινων δεδομένων, 3 ταξινομικές κατηγορίες (viride Coeloglossum, Dactylorhiza sambucina, Lilium martagon) προστατεύονται από το ελληνικό προεδρικό διάταγμα (67/1981) και 2 ταξινομικές κατηγορίες (Σιδερίτης scardica, Silene radicosa ssp. radicosa ssp. radicosa) είναι βαλκανικά ενδημικά.
Η κύρια απειλή για τα δάση του όρους Πάικο είναι η συνεχώς εντατική παραγωγή ξυλείας. Το νότιο τμήμα του βουνού έχει υπερβόσκηση και έχει σοβαρές περιπτώσεις διάβρωσης του εδάφους. Λόγω της αυξανόμενης συγκομιδής ξυλείας, έχει αναπτυχθεί ένα πυκνό οδικό δίκτυο και πολλά εκτάρια έχουν αναδασωθεί με κωνοφόρα. Τα δάση λόγω κακοδιαχείρισης των προηγούμενων δεκαετιών απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή για το μέλλον
Η βλάστηση γύρω από τον ποταμό Μογλενίτσα (Αλμωπαίος) είναι ιδιαίτερα πυκνή και πλούσια σε είδη. Στις όχθες του ποταμού αναπτύσσονται πλατάνια, σφενδάμια, φλαμουριές, φτελιές, ιτιές, σκλήθρα, κ.ά. Πιο ψηλά στους λόφους υπάρχουν πυκνά δάση βελανιδιών. Γύρω από το ποτάμι μπορεί κανείς να συναντήσει πολλά όμορφα λουλούδια, όπως το αγριογαρύφαλλο Dianthus deltoides deltoides, τα κολχικά Colchicum confusum και C. bivonae, την Ajuga chamaepitys, τον κρίνο Lilium martagon, την αγριοτριανταφυλλιά Rosa arvensis, την σιληνή Silene radicosa, την Consolida regalis paniculata, την καμπανούλα Campanula versicolor, την Cymbalaria microcalyx, τον κρόκο Crocus cancellatus, το Cirsium eriophorum, τον Convolvulus holosericeus, τον Erigeron acer, το Polygonum arenarium και τις ορχιδέες Cephalanthera longifolia, Platanthera chlorantha, Spiranthes spiralis, Dactylorhiza saccifera, D. sambucina, Orchis morio, O. pallens, O. simia, O. mascula και Ophrys hellenae.
Ο Μογλενίτσας θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική περιοχή για την ορνιθοπανίδα για δύο λόγους. Αρχικά η κοίτη του ποταμού αποτελεί μεγάλο μεταναστευτικό διάδρομο για πουλιά που κατεβαίνουν από τη βόρεια Ευρώπη προς τα ποτάμια και τους υγροβιότοπους της κεντρικής Ελλάδας. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τα πολλά ψηλά δέντρα γύρω από το ποτάμι αλλά και τις μικρές νησίδες του ποταμού που πάνω τους φωλιάζουν πολλά είδη. Στο φαράγγι συχνά απαντάται ο σπάνιος ασπροπάρης. Από τα αρπακτικά συναντά κανείς κραυγαετούς, σταυραετούς, φιδαετούς, σφηκιάριδες, γερακίνες, λιβαδόκιρκους, χειμωνόκιρκους, σαΐνια, πετρίτες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα, χρυσογέρακα, μπούφους, κ.ά. Μέσα στη κοίτη του ποταμού ζούνε σταχτοσουσουράδες, αλκυόνες, νεροκότσυφες, κορμοράνοι, σταχτοτσικνιάδες, αργυροτσικνιάδες, κρυπτοτσικνιάδες, νυχτοκόρακες, φαλαρίδες, νερόκοτες, νανοβουτηχτάρια και άλλα υδρόβια είδη. Άλλα σημαντικά πουλιά είναι ο μαυροπελαργός, ο πελαργός, η χαλκοκουρούνα, η σπάνια λιοστριτσίδα, η μπεκάτσα, ο ακτίτης, η βαλτοποταμίδα, η γιδοβυζάχτρα, ο γαϊδουροκεφαλάς, ο αετομάχος, ο βαλκανικός δρυοκολάπτης, ο μελωδοτσιροβάκος, ο αμπελουργός, το αηδόνι, η γαλαζοπαπαδίτσα, ο αιγίθαλος, ο τρυποφράχτης, ο δεντροτσοπανάκος, ο κοκκοθραύστης, το λούγαρο και η κίσσα..
– Επόπτευση – Φύλαξη
Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Μονάδας Διαχείρισης υλοποιείται με βάση του Σχεδίου Φύλαξης εποπτεία – φύλαξη του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών με στόχο την πρόληψη, αποτροπή και αντιμετώπιση των παράνομων ενεργειών και δραστηριοτήτων οι οποίες επιφέρουν πιέσεις στην προστατευόμενη περιοχή. Η εποπτεία – φύλαξη αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες της ΠΠ.
– Γνωμοδοτήσεις έργων και δραστηριοτήτων με βάση το Ν. 4685/2020
Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Μονάδας Διαχείρισης γίνονται γνωμοδοτήσεις έργων και δραστηριοτήτων στις προστατευόμενες περιοχές από το επιστημονικό προσωπικό.
– LIFEARCPROM
Στους κύριους στόχους του έργου LIFE «Βελτίωση της συνύπαρξης ανθρώπου-αρκούδας σε 4 Εθνικά Πάρκα της Νότιας Ευρώπης» με ακρωνύμιο ARCPROM περιλαμβάνονται:
-Η αντιμετώπιση φαινομένων προσέγγισης της αρκούδας σε κατοικημένες περιοχές,
-η ελαχιστοποίηση παράνομων πρακτικών όπως η χρήση των δηλητηριασμένων δολωμάτων (φόλες),
-η εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης ζημιών από τα μεγάλα σαρκοφάγα στη γεωργική οικονομία, όπως οι ηλεκτροφόρες περιφράξεις, οι ειδικοί κάδοι απορριμμάτων (που δεν μπορούν να ανοίξουν τα άγρια ζώα) και τα σκυλιά φύλαξης κοπαδιών
Ο ΟΦΥΠΕΚΑ μέσω των τριών Μονάδων Διαχείρισης Βόρειας Πίνδου, Νέστου – Βιστωνίδας και Ροδόπης, Εθνικού Πάρκου Πρεσπών και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας συμμετέχει ως εταίρος στο πρόγραμμα LIFE ARCPROM. Επικεφαλής εταίρος του προγράμματος είναι η ΚΑΛΛΙΣΤΩ, ενώ στο υπόλοιπο εταιρικό σχήμα συμμετέχουν το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τo WWF Ιταλίας, το Εθνικό Πάρκο Majella Ιταλίας και το Πράσινο Ταμείο.
Το έργο ξεκίνησε το 2019 και έχει πενταετές χρονικό ορίζοντα.
Στην περιοχή των Πρεσπών, στο πλαίσιο του προγράμματος, από τον Φεβρουάριο 2022 λειτουργεί η Ειδική Μονάδα Ανίχνευσης Δηλητηριασμένων Δολωμάτων μέσω της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, ενώ διανέμονται κυτία για την αντιμετώπιση περιστατικών δηλητηρίασης ζώων. Επιπλέον από το 2021 έχει συσταθεί η συμβουλευτική Πλατφόρμα Συνύπαρξης Τοπικής Κοινωνίας και Αρκούδων η οποία συγκροτείται από φορείς που εμπλέκονται σε ζητήματα διαχείρισης της καφέ αρκούδας στην περιοχή.
– YMEΠΕΡΑΑ
Ο ΟΦΥΠΕΚΑ μέσω της Μονάδας Διαχείρισης υλοποιεί το έργο “Διαχειριστικές Δράσεις προστατευόμενων περιοχών, ειδών και οικοτόπων στην περιοχή ευθύνης του τέως Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών” στο πλαίσιο του προγράμματος Υποδομές Μεταφορών & Αειφόρος Ανάπτυξη”.
Ορισμένες από τις δράσεις που έχουν ενταχθεί περιλαμβάνουν:
-την εκπόνηση σχεδίου δράσης για την διατήρηση σπάνιων φυτικών taxa που απαντούν στην Ελλάδα μόνο στο Ε.Πα.Π
-την εκπόνηση μελέτης για την αξιολόγηση κινδύνου από ξενικά φυτικά χωροκατακτητικά είδη στις λίμνες Μικρή & Μεγάλη Πρέσπα με τη δημιουργία σχεδίου διαχείρισης και χαρτογράφησης των ειδών εισβολέων
-Σχέδιο δράσης για τη διαχείριση και την ανάδειξη του παραλίμνιου δάσους σημύδας της Μεγάλης Πρέσπας
-Μελέτη και καταγραφή της μυκοχλωρίδας του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών
-Έρευνα της γενετικής ποικιλότητας των taxa ελάτης (Abies sp.) στο Εθνικό Πάρκο Πρεσπών
-Διαχείριση του υγροτόπου της λίμνης Μικρή Πρέσπα
-Διαχειριστικές παρεμβάσεις για την προστασία των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών και σημαντικών περιοχών του ΕΠαΠ.
-Αποκατάσταση του τύπου οικοτόπου προτεραιότητας 6260 * «Αμμώδεις στέππες της Πανονίας»
-Διαχειριστικά μέτρα για τη μείωση του κινδύνου πυρκαγιών
Στο πλαίσιο υλοποίησης των ανωτέρω δράσεων πρόκειται να γίνουν οι απαραίτητες αναθέσεις προμηθειών και υπηρεσιών.
Παράλληλα το έργο περιλαμβάνει συμμετοχή σε δράσεις δικτύωσης της Μονάδας Διαχείρισης με στόχο την προβολή των δράσεων και την αύξηση και την ανταλλαγή της τεχνογνωσίας του προσωπικού.
– Πράσινο Ταμείο:
Μέσω της χρηματοδότησης του Πράσινου Ταμείου ο ΟΦΥΠΕΚΑ μέσω της Μονάδας Διαχείρισης υλοποιεί το έργο “Συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας και της Ε. Επιτροπής για την Προστασία και Αειφόρο Ανάπτυξη της Περιοχής του Πάρκου Πρεσπών” με το οποίο η Ελλάδα καλύπτει τις οικονομικές υποχρεώσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Πάρκου Πρεσπών και ειδικότερα για τη λειτουργία των κοινών οργάνων του Μέρους ΙΙΙ της Συμφωνίας κατά τα πρώτα 4 έτη εφαρμογής αυτής (Ν. 4453/2017).
Μέσω της χρηματοδότησης καλύπτονται συνεδριάσεις των Οργάνων που έχουν θεσμοθετηθεί με βάση τη Συμφωνία, δηλαδή η Επιτροπή Διαχείρισης του Πάρκου Πρεσπών, η Ομάδα Εργασίας για τη διαχείριση των Υδάτων και η λειτουργία της Γραμματείας. Επιπλέον μέσω του έργου του Πράσινου Ταμείου υλοποιούνται δράσεις για την εύρυθμη λειτουργία της Επιτροπής. Η έναρξη του έργου έγινε τον Ιούνιο 2021 με την συνάντηση του Μηχανισμού Υψηλού Επιπέδου, δηλαδή με τη συνάντηση των τριών Υπουργών Περιβάλλοντος των τριών όμορων χωρών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ τον Ιούνιο 2022 πραγματοποιήθηκαν οι εναρκτήριες συναντήσεις της Επιτροπής Διαχείρισης του Πάρκου Πρεσπών και της Ομάδας Εργασίας για τη Διαχείριση των Υδάτων και τον Ιανουάριο 2023 πραγματοποιήθηκαν οι τακτικές συναντήσεις των δύο Οργάνων για το έτος.
– Ενημέρωση – ευαισθητοποίηση κοινού
Στο Εθνικό Πάρκο Πρεσπών λειτουργούν τρία Κέντρα Ενημέρωσης στον Άγιο Γερμανό, στην Πύλη και στο Βροντερό.
Στο Κέντρο Ενημέρωσης του Αγίου Γερμανού που βρίσκεται στην πλατεία του χωριού ο επισκέπτης μπορεί να ενημερωθεί για τις φυσικές και πολιτιστικές αξίες της Πρέσπας.
Στο Κέντρο Ενημέρωσης της Πύλης η έκθεση έχει ως βασικούς θεματικούς άξονες τις λίμνες, τους πελεκάνους, τα άλλα υδρόβια πουλιά και την αλιεία.
Στο Κέντρο Ενημέρωσης του Βροντερού η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες για τα δάση και την κτηνοτροφία.
Η Μονάδα Διαχείρισης υλοποιεί δύο προγράμματα ερμηνείας περιβάλλοντος με τίτλο “Πρέσπα, ένα ανοιχτό μουσείο” και “Παρατήρηση πουλιών στο Εθνικό Πάρκο Πρεσπών”.
Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Μονάδας Διαχείρισης γίνονται ενημερωτικές δράσεις με στόχο την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση κοινού καθώς και διοργάνωση εκδηλώσεων για τον εορτασμό σημαντικών ημερών για το περιβάλλων κα.
– Παρατηρητήριο Πολιτών
Στο πλαίσιο του έργου ARSINOE, ο Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α. συμμετέχει στην υλοποίηση του Παρατηρητηρίου Πολιτών μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής επιστήμης των πολιτών MINKA, με την οποία συλλέγονται δεδομένα που μπορούν να συμβάλουν σε ένα μέλλον πιο βιώσιμο (17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ).
GR1320001 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
GR1320003 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΟΡΕΣΤΙΑΣ (ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ)
Η ζωή των ανθρώπων της περιοχής είναι άμεσα συνδεδεμένη με την λίμνη τόσο σε κοινωνικό επίπεδο όσο και σε οικονομικό καθώς αποτελεί πόλο έλξης για πλήθος τουριστών ενώ θεωρείται η δεύτερη πιο παραγωγική σε αλιεύματα λίμνη της χώρας. Εκτός από τον τουριστικό τομέα ανεπτυγμένος στη περιοχή είναι ο αγροτικός, κτηνοτροφικός αλλά και ο τομέας του εμπορίου γούνας.
GR1330001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΟΥΡΙΝΟΣ (ΚΟΡΥΦΗ ΑΣΠΡΟΒΟΥΝΙ)
GR1330002 ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΟΡΕΙΟΥ ΒΟΥΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΛΙΑ
GR1340001 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ
GR1340003 ΕΖΔ-ΖΕΠ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ
GR1340009 πΤΚΣ ΟΡΗ ΒΑΡΝΟΥΝΤΑ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
GR1340010 πΤΚΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ – ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
Στα 12 χωριά των Πρεσπών (Μικρολίμνη, οξιά, Καρυές, Πύλη, Λαιμός, Ψαράδες, Αγ. Γερμανός κ.α.) σήμερα μένουν 1.220 άτομα (ΕΛΣΤΑΤ).
Η αλιεία, η γεωργία, η κτηνοτροφία, ο τουρισμός και σε μικρό ποσοστό η μεταποίηση αποτελούν κύρια πηγή ενασχόλησης των κατοίκων, η οποία και είναι αλληλένδετη με τις λίμνες.
Περίπου το 83% των καλλιεργούμενων εκτάσεων καλύπτονται από τις αροτραίες καλλιέργειες με κυρίαρχη την καλλιέργεια των φασολιών. Τα τελευταία χρόνια γίνονται κινήσεις προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης γεωργίας και την εφαρμογή φιλικότερων προς το περιβάλλον μεθόδων καλλιέργειας, ενώ υπάρχει μικρή αλλά σημαντική παραγωγή βιολογικών φασολιών Πρέσπας. Τον Ιούλιο του 2019 υπογράφτηκε η πράξη ένταξης του αρδευτικού δικτύου Πρεσπών στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης και αφορά την αλλαγή του αρδευτικού δικτύου στον κάμπο των Πρεσπών με νέο, υπό πίεση, κατάλληλο για στάγδην άρδευση που αναμένεται να συνεισφέρει σημαντικά στην εξοικονόμηση του νερού άρδευσης.
GR1340004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΒΕΓΟΡΙΤΙΔΑΣ – ΠΕΤΡΩΝ
GR1340007 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΠΕΤΡΩΝ
GR1340005 ΕΖΔ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ – ΖΑΖΑΡΗ
GR1340008 ΖΕΠ ΛΙΜΝΕΣ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΖΑΖΑΡΗ
Ο πληθυσμός των κατοίκων στο Δ.Αμυνταίου σύμφωνα με την απογραφή του 2021 είναι 14.331 κάτοικοι. Εμφανίζεται μειωμένος σε σχέση με τον πληθυσμό της απογραφής του 2011 που ήταν 16.973 κάτοικοι.
Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων των οικισμών γύρω από τις λίμνες είναι κυρίως:
-Αγροτικές δραστηριότητες
-Κτηνοτροφικές δραστηριότητες
-Αλιεία
-Αμπελουργία
-Τουρισμός
Η ζώνη αμπελοκαλλιέργειας του Αμυνταίου εκτείνεται στο ομώνυμο οροπέδιο, σε υψόμετρο 570-750m, και καταλαμβάνει περίπου 8.500 στρέμματα αμπελώνων. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τοπογραφικής φυσιογνωμίας της ζώνης αποτελούν οι δύο λίμνες της περιοχής, η Βεγορίτιδα και η λίμνη των Πετρών (το μικροκλίμα της περιοχής επηρεάζουν και οι άλλες δύο λίμνες, η Ζάζαρη και η Χειμαδίτιδα.
GR1240004 ΕΖΔ ΛΙΜΝΗ ΑΓΡΑ
GR1240006 ΖΕΠ ΛΙΜΝΗ ΚΑΙ ΦΡΑΓΜΑ ΑΓΡΑ
Ένα μεγάλο μέρος των εκτάσεων γύρω από τη λίμνη, καλύπτεται από δενδροκομικές καλλιέργειες, κυρίως κερασιές, ροδακινιές, μηλιές, αχλαδιές και βερικοκιές. Οι αγρότες του Άγρα παράγουν ετησίως περίπου 5.400 τόνους κεράσια (Βοδενών), τα οποία αποτελούν τη σημαντικότερη γεωργική εκμετάλλευση της ευρύτερης περιοχής. Η κτηνοτροφία για το νομό, αποτελεί μια από τις βασικότερες πηγές εισοδήματος και οικονομικής δραστηριότητας. Σημαντική κτηνοτροφική εκμετάλλευση αποτελούν τα βοοειδή και τα ιπποειδή.
GR1340006 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΝΟΝ – ΚΟΡΥΦΗ ΒΙΤΣΙ
GR1210001 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΒΕΡΜΙΟ
Η κτηνοτροφία των κατοίκων της περιοχής του Βερμίου είναι κυρίως ποιμενική αιγοπροβατοτροφία (μόνιμη και νομαδική) και βοοειδή. Η ποιμενική κτηνοτροφία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην βοσκή στο δάσος, αλλά και ενισχύεται σημαντικά με ζωοτροφές. Η οικονομική κατάσταση των κατοίκων είναι χαμηλή, όπως και στις περισσότερες ορεινές περιοχές της χώρας.
Τα παραγόμενα δασικά προϊόντα είναι: α) τεχνική ξυλεία Οξυάς, Δρυός, Μαύρης Πεύκης, Καστανιάς, διαφόρων διαστάσεων, β) καυσόξυλα Οξιάς, Δρυός, Μαύρης Πεύκης, Καστανιάς. Κέντρα κατανάλωσης των παραγόμενων δασικών προϊόντων είναι, τα γύρω χωριά, κυρίως η πόλη της Βέροιας, αλλά και σε μικρότερο βαθμό η πόλη της Θεσσαλονίκης.
GR1210002 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ
Εντός της έκτασης της ΕΖΔ βρίσκονται:
-ο οικισμός Λευκόπετρα και ο οικισμός Πόρος
-δύο μονές (Τιμίου Προδρόμου και Θεοτόκου Καλλίπετρας) και το μισό της έκτασης της Μεταμορφώσεως Σωτήρος Μουτσιάλης. Η μονή Προφήτης Ηλίας είναι ερειπωμένη σήμερα.
-ο ταμιευτήρας των Ασωμάτων
-μικρό τμήμα του ταμιευτήρα της Αγ. Βαρβάρας και μία νησίδα σε αυτόν
-τμήμα της Εγνατίας (με έξι τμήματα σε σήραγγα)
GR1240001 ΕΖΔ ΚΟΡΥΦΕΣ ΟΡΟΥΣ ΒΟΡΑ
GR1240008 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΒΟΡΑΣ
GR1240002 ΕΖΔ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ
GR1240007 ΖΕΠ ΟΡΗ ΤΖΕΝΑ ΚΑΙ ΠΙΝΟΒΟ
Η γεωργική δραστηριότητα στην περιοχή του όρους Βόρα περιλαμβάνει δενδρώδεις και αροτραίες καλλιέργειες με κύρια γεωργικά προϊόντα το ροδάκινο, το κεράσι, το μήλο, τα σιτηρά και τα κτηνοτροφικά φυτά. Η κτηνοτροφία περιλαμβάνει πρόβατα, αίγες, βοοειδή και χοίρους ενώ από τα δάση της περιοχής εξάγεται τεχνική ξυλεία οξυάς, καυσόξυλα οξυάς και δρυός και σε μικρότερη ποσότητα τεχνική ξυλεία ελάτης, πεύκης και καστανιάς καθώς και καυσόξυλα αυτών των ειδών. Ο ορεινός όγκος του Βόρα και ειδικότερα η περιοχή του Καϊμάκτσαλαν και των Λουτρών Λουτρακίου παρουσιάζουν σημαντική τουριστική ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία. Η λειτουργία του Χιονοδρομικού Κέντρου στο Βόρα και σε μικρότερο βαθμό η λειτουργία του Ανεμοδρόμιου στην Παναγίτσα, υπήρξαν καθοριστικές για την ανάδειξη της τουριστικής δραστηριότητας ως εναλλακτικής οικονομικής δραστηριότητας για τους παραδασόβιους πληθυσμούς. Ο τουρισμός και ειδικότερα ο θερμαλιστικός, δεδομένης της ύπαρξης ιαματικών πηγών παροχής 650 κ. μ. / ώρα και θερμοκρασία 36 οC, αποτελούσε για την περιοχή του Λουτρακίου και των Ιαματικών Λουτρών Λουτρακίου και στο παρελθόν πηγή εσόδων, ο ρόλος του όμως ενισχύεται τα τελευταία χρόνια με την σημαντική αύξηση που παρατηρείται στην τουριστική κίνηση της περιοχής.
GR1240003 ΕΖΔ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ
GR1240005 ΕΖΔ ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ – ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ
GR1240009 ΖΕΠ ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ, ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ ΚΑΙ ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ
Στο Πάικο είναι το μεγαλύτερο δάσος Καστανιάς της Ελλάδας. Στο βουνό υπάρχουν περί τα 4.500 στρέμματα καστανιών, εκ των οποίων τα 2.500 είναι καλλιεργήσιμα. Γύρω στις 300 οικογένειες έχουν ως δεύτερη ασχολία το κάστανο και υπολογίζεται ότι η ετήσια παραγωγή φτάνει στους 500-600 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά. Λόγω του κλίματος που επικρατεί στην περιοχή το κάστανο που παράγεται είναι ιδιαίτερα γλυκό και γευστικό.
Ιστοσελίδες Προγραμμάτων/Δράσεων της Μονάδας Διαχείρισης:
Iστοσελίδες των πρώην Φορέων Διαχείρισης: