Πάνω στην κούνια κάθεται

Πάνω στην κούνια κάθεται μια άσπρη περιστέρα
κι απλώνει τσι φτερούγες τση για να μας κάνει αέρα

Κουνήσου και λυίσου να πέσει τ’ άνθι σου
να μαραθεί η καρδιά σου και τ’ αχειλάκι σου

Άρχισε γλώσσα μ’ άρχισε να τσι παινέσεις όλες
τσι κόκκινες γαριφαλιές και τσ’ ασημένιες βιόλες

Το ένα δύο τρία και τ’ άλλο τέσσερα
ζωή που την περνούμε εμείς τα λεύτερα

Πιάσανε το κουνόσκοινο χέρια μαλαματένια
δαχτύλια κοντυλόσυρτα και νύχια φιλντισένια

Αηδόνια και παγώνια και καναρίνια μου
μη μου τηνε ξυπνάτε την πάπια χήνα μου

Σίδερο να ’ναι το σκοινί και το δοκάρι ατσάλι
κι εκείνος που την ήκαμε να ζει να κάμει κι άλλη

Ο ήλιος βασιλεύει κι η μέρα σώνεται
κι εμένα το πουλί μου δε φανερώνεται

Εδώ σ’ αυτή τη γειτονιά είν’ ένα περιστέρι
του χρόνου να ξανάρθομε να το ’βρουμε με ταίρι

Ο ήλιος βασιλεύει στα παραθύρια σου
κι εσύ διαβόλου κόρη βάφεις τα φρύδια σου

Νάξος

Σχόλια

Τραγούδι για το έθιμο της κούνιας από τη Νάξο. Οι κοπέλες που συμμετέχουν στο έθιμο παρομοιάζονται με άνθη και πουλιά: βιόλες, γαριφαλιές και περιστέρες. Οι αναφορές σε πουλιά (αηδόνια, παγώνια, καναρίνια) κυριαρχούν και στις στιχουργικές επωδούς.
Η νεοελληνική εθνογραφία της κούνιας παρουσιάζει ένα απλό τελετουργικό σε πολλές παραλλαγές και μεγάλη εξάπλωση, ανεξαρτήτως κοινωνικοπολιτισμικού ή θρησκευτικού πλαισίου. Κούνιες, με διάφορες ονομασίες κατά περιοχές, γίνονται σε όλη τη διάρκεια της πασχαλινής περιόδου, απαραίτητα τις πρώτες τρεις μέρες και του αγίου Γεωργίου, αλλά και σε ορισμένες άλλες γιορταστικές περιστάσεις της άνοιξης. Κατά κανόνα γίνονται στην έξοχη αλλά και μέσα στο χωριό, ακόμη και μέσα στα σπίτια. Στην κούνια κάθονται συνήθως μόνο κοπέλες, ενώ τα αγόρια τις κουνούν. Το έθιμο συνοδεύουν ειδικά τραγούδια και δίστιχα ερωτικά, με έντονο το λυρικό-εγκωμιαστικό στοιχείο. Οι «κούνιες», η τελετουργική δηλαδή αιώρηση στο πλαίσιο αγροτικών γιορτών, είναι συνήθεια διαδεδομένη σε πολλούς πολιτισμούς από τους αρχαιότατους χρόνους. Γνωστή μας είναι η «αιώρα» των κοριτσιών κατά τα αθηναϊκά Ανθεστήρια στις αρχές της άνοιξης. Πρέπει να ήταν πάντα, όπως και σήμερα, ένα ψυχαγωγικό παιχνίδι με τελετουργικό τυπικό και μαγικό χαρακτήρα. Ένας ανοιξιάτικος καθαρμός διά του αέρος, ίσως και μια πρόκληση των ευεργετικών για τη γεωργία ανέμων. Η νεοελληνική δεισιδαιμονία ρητά συσχετίζει με την κούνια κι άλλες μαγικές σκοπιμότητες, την εξασφάλιση της υγείας, της ευκαρπίας, της ευφορίας. Εκτός όμως από το μαγικοθρησκευτικό περιεχόμενο, οι «κούνιες» είχαν και μια σαφή κοινωνική λειτουργία. Σε πρώτο επίπεδο έδιναν μια από τις σπάνιες ευκαιρίες στις κοπέλες και τα παλληκάρια του χωριού να ιδωθούν νόμιμα από κοντά, να κάνουν τις γαμήλιες επιλογές τους, να εκφράσουν αμοιβαία, μέσα από τα τραγούδια που με τους ερωτικούς συμβολισμούς τους δημιουργούσαν το κατάλληλο κλίμα, τις προτιμήσεις και τα αισθήματά τους. Παραπέρα όμως η γιορτή γινόταν χώρος εφαρμογής των γαμήλιων στρατηγικών της κοινότητας, και τα τραγούδια κατοπτρίζοντας τις κοινωνικές πραγματικότητες και εκφράζοντας τη λαϊκή ιδεολογία έδιναν το απαραίτητο κανονιστικό πλαίσιο για τη δράση και τις πρωτοβουλίες των άγαμων νεαρών πρωταγωνιστών της.

Μιράντα Τερζοπούλου (1998)


Μοιράσου τους στίχους

Array
Μετάβαση στο περιεχόμενο